Η Επιτροπή παρουσιάζει σήμερα τα μέτρα που προτίθεται να λάβει για να ενισχύσει την εφαρμογή, την υλοποίηση και την επιβολή του Δικαίου της ΕΕ προς όφελος των πολιτών, των καταναλωτών και των επιχειρήσεων. Οι κοινοί ευρωπαϊκοί κανόνες είναι σημαντικοί στην καθημερινή μας ζωή - είτε γιατί βελτιώνουν την ασφάλεια των τροφίμων και την ποιότητα του αέρα είτε γιατί καθιστούν ευκολότερη και φθηνότερη τη συμμετοχή των μικρομεσαίων επιχειρήσεων σε διαγωνισμούς για δημόσιες συμβάσεις.
Ωστόσο, οι κανόνες αυτοί είναι σημαντικοί μόνον εφόσον εφαρμόζονται στην πράξη. Συνήθως, όταν ένα ζήτημα έρχεται στο προσκήνιο, όπως ο έλεγχος των εκπομπών καυσαερίων από τα αυτοκίνητα, η μόλυνση των υδάτων ή οι παράνομοι χώροι υγειονομικής ταφής αποβλήτων, το πρόβλημα δεν είναι η έλλειψη κανόνων της ΕΕ, αλλά η μη εφαρμογή τους από τα κράτη μέλη. Για τον λόγο αυτό χρειαζόμαστε ένα ισχυρό και αποτελεσματικό σύστημα επιβολής της νομοθεσίας το οποίο: (α) να διασφαλίζει ότι τα κράτη μέλη αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους όσον αφορά την τήρηση και την επιβολή των κανόνων που έχουν από κοινού θεσπίσει· (β) να εστιάζει στη λήψη μέτρων επιβολής από την Επιτροπή στις περιπτώσεις που αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, και να επιβάλλει αυστηρότερες οικονομικές κυρώσεις στα κράτη μέλη που δεν μεταφέρουν έγκαιρα τις οδηγίες στο εθνικό τους δίκαιο και (γ) να ευαισθητοποιεί τους πολίτες και τις επιχειρήσεις σχετικά με τα δικαιώματά τους.
Η Επιτροπή θα συνεχίσει να βοηθά τα κράτη μέλη στις προσπάθειές τους με πολλούς και διάφορους τρόπους. Για παράδειγμα, η Επιτροπή θα θεσπίσει διαλόγους σε υψηλό επίπεδο, δίκτυα και ανταλλαγές βέλτιστων πρακτικών σε συνεργασία με τις εθνικές αρχές και τα δικαστήρια, καθώς και το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Διαμεσολαβητών, το οποίο θα συντονίζει ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής. Επίσης, η Επιτροπή θα εξακολουθήσει να εστιάζει στην ταχεία και έγκαιρη αντιμετώπιση των πιθανών παραβιάσεων του Δικαίου της ΕΕ.
Μια άλλη προτεραιότητα θα είναι η διερεύνηση υποθέσεων όπου τα κράτη μέλη μεταφέρουν εσφαλμένα ή δεν μεταφέρουν καθόλου τη νομοθεσία της ΕΕ στο εθνικό τους δίκαιο, με αποτέλεσμα να στερούνται οι πολίτες και οι επιχειρήσεις τα δικαιώματα και τα οφέλη που απορρέουν από την ενωσιακή νομοθεσία.
Είναι απογοητευτικό το γεγονός ότι ο αριθμός των περιπτώσεων μη έγκαιρης μεταφοράς της νομοθεσίας της ΕΕ από τα κράτη μέλη έχει πρόσφατα αυξηθεί. Προκειμένου να δοθούν κίνητρα στα κράτη μέλη να μεταφέρουν έγκαιρα την ενωσιακή νομοθεσία και να μειωθεί ο αριθμός των υποθέσεων που καταλήγουν στο Δικαστήριο της ΕΕ, η Επιτροπή προτείνει την εναρμόνιση της προσέγγισής της σε αυτές τις υποθέσεις με την προσέγγιση που εφαρμόζει ήδη σε άλλες υποθέσεις παραβάσεων που συνεπάγονται οικονομικές κυρώσεις. Στο μέλλον, όταν παραπέμπει ένα κράτος μέλος ενώπιον του Δικαστηρίου της ΕΕ για καθυστερημένη μεταφορά της ενωσιακής νομοθεσίας, η Επιτροπή θα ζητά συστηματικά από το Δικαστήριο να επιβάλλει, εκτός από την περιοδική χρηματική ποινή, που ισχύει σήμερα, και ένα κατ’ αποκοπή ποσό.
Ωστόσο, οι κανόνες αυτοί είναι σημαντικοί μόνον εφόσον εφαρμόζονται στην πράξη. Συνήθως, όταν ένα ζήτημα έρχεται στο προσκήνιο, όπως ο έλεγχος των εκπομπών καυσαερίων από τα αυτοκίνητα, η μόλυνση των υδάτων ή οι παράνομοι χώροι υγειονομικής ταφής αποβλήτων, το πρόβλημα δεν είναι η έλλειψη κανόνων της ΕΕ, αλλά η μη εφαρμογή τους από τα κράτη μέλη. Για τον λόγο αυτό χρειαζόμαστε ένα ισχυρό και αποτελεσματικό σύστημα επιβολής της νομοθεσίας το οποίο: (α) να διασφαλίζει ότι τα κράτη μέλη αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους όσον αφορά την τήρηση και την επιβολή των κανόνων που έχουν από κοινού θεσπίσει· (β) να εστιάζει στη λήψη μέτρων επιβολής από την Επιτροπή στις περιπτώσεις που αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, και να επιβάλλει αυστηρότερες οικονομικές κυρώσεις στα κράτη μέλη που δεν μεταφέρουν έγκαιρα τις οδηγίες στο εθνικό τους δίκαιο και (γ) να ευαισθητοποιεί τους πολίτες και τις επιχειρήσεις σχετικά με τα δικαιώματά τους.
Συνεργασία με τα κράτη μέλη
Τα κράτη μέλη έχουν την πρωταρχική ευθύνη για την πλήρη και ορθή μεταφορά, εφαρμογή και υλοποίηση της ενωσιακής νομοθεσίας. Οφείλουν επίσης να εξασφαλίζουν για τους πολίτες τους ταχεία και αποτελεσματική έννομη προστασία όταν θίγονται τα δικαιώματα που τους παρέχει το Δίκαιο της ΕΕ.Η Επιτροπή θα συνεχίσει να βοηθά τα κράτη μέλη στις προσπάθειές τους με πολλούς και διάφορους τρόπους. Για παράδειγμα, η Επιτροπή θα θεσπίσει διαλόγους σε υψηλό επίπεδο, δίκτυα και ανταλλαγές βέλτιστων πρακτικών σε συνεργασία με τις εθνικές αρχές και τα δικαστήρια, καθώς και το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Διαμεσολαβητών, το οποίο θα συντονίζει ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής. Επίσης, η Επιτροπή θα εξακολουθήσει να εστιάζει στην ταχεία και έγκαιρη αντιμετώπιση των πιθανών παραβιάσεων του Δικαίου της ΕΕ.
Προτεραιότητα στις σημαντικές υποθέσεις και ενίσχυση των οικονομικών κυρώσεων
Η Επιτροπή υποσχέθηκε να είναι «πιο φιλόδοξη στα ουσιώδη θέματα, αλλά πιο συγκρατημένη στα λιγότερο σημαντικά». Υλοποιώντας αυτή την υπόσχεση στο πλαίσιο της πολιτικής της για την επιβολή της νομοθεσίας, η Επιτροπή θα χειρίζεται τις παραβιάσεις με τρόπο πιο στρατηγικό και στοχευμένο, δίνοντας προτεραιότητα στις σοβαρότερες παραβιάσεις του Δικαίου της ΕΕ που θίγουν τα συμφέροντα των πολιτών και των επιχειρήσεων. Η Επιτροπή θα λαμβάνει δραστικά μέτρα όταν οι παραβιάσεις εμποδίζουν την επίτευξη βασικών στόχων πολιτικής της ΕΕ.Μια άλλη προτεραιότητα θα είναι η διερεύνηση υποθέσεων όπου τα κράτη μέλη μεταφέρουν εσφαλμένα ή δεν μεταφέρουν καθόλου τη νομοθεσία της ΕΕ στο εθνικό τους δίκαιο, με αποτέλεσμα να στερούνται οι πολίτες και οι επιχειρήσεις τα δικαιώματα και τα οφέλη που απορρέουν από την ενωσιακή νομοθεσία.
Είναι απογοητευτικό το γεγονός ότι ο αριθμός των περιπτώσεων μη έγκαιρης μεταφοράς της νομοθεσίας της ΕΕ από τα κράτη μέλη έχει πρόσφατα αυξηθεί. Προκειμένου να δοθούν κίνητρα στα κράτη μέλη να μεταφέρουν έγκαιρα την ενωσιακή νομοθεσία και να μειωθεί ο αριθμός των υποθέσεων που καταλήγουν στο Δικαστήριο της ΕΕ, η Επιτροπή προτείνει την εναρμόνιση της προσέγγισής της σε αυτές τις υποθέσεις με την προσέγγιση που εφαρμόζει ήδη σε άλλες υποθέσεις παραβάσεων που συνεπάγονται οικονομικές κυρώσεις. Στο μέλλον, όταν παραπέμπει ένα κράτος μέλος ενώπιον του Δικαστηρίου της ΕΕ για καθυστερημένη μεταφορά της ενωσιακής νομοθεσίας, η Επιτροπή θα ζητά συστηματικά από το Δικαστήριο να επιβάλλει, εκτός από την περιοδική χρηματική ποινή, που ισχύει σήμερα, και ένα κατ’ αποκοπή ποσό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου