Του Χρήστου Γιανναρά
Πρόκειται για μικρόνοια; Για κωμική απαιδευσία; Για αμειβόμενη στράτευση στην εξυπηρέτηση συμφερόντων;
Πάντως κάποιοι, όχι λίγοι, επιμένουν να συγχέουν τον πατριωτισμό με τον εθνικισμό. Καμώνονται ότι ξέρουν τη διαφορά και σέβονται τον πατριωτισμό. Αλλά ο «σεβασμός» τους είναι μόνο στα λόγια, προσχηματικός. Στην πράξη, σπιλώνουν κάθε έκφανση πατριωτισμού σαν εθνικισμό. Σωρεύουν συνώνυμα επιτείνοντας την εσκεμμένη σύγχυση: Σωβινισμός, Ακροδεξιά, Νεοναζισμός, λαϊκισμός – έτσι τους βολεύει να κατανοείται ο πατριωτισμός.
Παθιασμένοι αντίπαλοι του «εθνικισμού», επομένως φανατισμένοι υπερασπιστές του «διεθνισμού» - «εθνομηδενισμού», εμφανίζονται οι οπαδοί και των δύο όψεων του αμφιπρόσωπου Ιστορικού Υλισμού: τόσο των «Αγορών» (του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Συστήματος) όσο και οι «κολλημένοι» νοσταλγοί της Σοβιετίας.
Φανατικότεροι, και στις δύο παρατάξεις (όπως πάντοτε στην Ιστορία) είναι οι αλλαξόπιστοι, οι εξωμότες: οι «αριστεροί» (και μάλιστα της «ριζοσπαστικής» Αριστεράς) που ξεπουλήθηκαν στις «Αγορές» με φτηνιάρικα ανταλλάγματα. Ή και οι κάποτε «δεξιοί» που έκαναν καριέρα με το «πατρίς-θρησκεία-οικογένεια» και σήμερα προβάρουν τη λεοντή του «εκσυγχρονισμού» και της «προόδου».
«Ποιοι αντιδρούν στη Συνθήκη των Πρεσπών;» ρώτησε ο πρόεδρος της Γαλλίας Μακρόν τον Αλέξη Τσίπρα, τις προάλλες, στην Κύπρο. «Κάποιοι ελάχιστοι ακροδεξιοί-λαϊκιστές», ήταν η απάντηση. «Και πόσοι κατέβηκαν στο συλλαλητήριο;». «Κάπου εβδομήντα χιλιάδες»! Ετσι γράφουν την ιστορία οι αδίστακτοι.
Δεν θέλει να αντιληφθεί η ιστορικο-υλιστική θρησκοληψία ότι ο πατριωτισμός δεν έχει να κάνει με «πεποιθήσεις», δεν είναι επιλογή. Είναι καταστάλαγμα εμπειρίας, βιωματικός πλούτος – γεννιέται στην ψυχή του ανθρώπου ο πατριωτισμός. Σε αγεφύρωτη αντίθεση ο «διεθνισμός» είναι σκόπιμη επιλογή: ταξινομούνται οι άνθρωποι σε εισοδηματικές «τάξεις», διαβαθμίζεται η καταναλωτική τους ευχέρεια, λογαριάζονται σαν αδιαφοροποίητες μονάδες απρόσωπης ομοείδειας.
Γεννιέται ο πατριωτισμός από τη ζωτική σχέση του ανθρώπου με τη γη του, τη γλώσσα του, τη σαρκωμένη (στη γη και στη γλώσσα) ιστορία του. Είναι συνάρτηση ο πατριωτισμός της «καλλιέργειας» του ανθρώπου, συνισταμένη του πολιτισμού του. Γι’ αυτό και τρέφεται ο πατριωτισμός όχι από (εθνικιστικά) ιδεολογήματα, αλλά από την ένσαρκη Τέχνη: το τραγούδι, τη ζωγραφιά, την αρχιτεκτονική – απηχεί η Τέχνη αισθητά την «ταυτότητα» της πατρίδας.
Λοιπόν, αυτόν τον πατριωτισμό οι «πολιτικοί της κωλοτούμπας» (διεθνής πια ο όρος) τον χαρίζουν σε αυτούς που τον καπηλεύονται εγκληματικά: στους «εθνικιστές». Ο εθνικισμός είναι, ιστορικά, ο «ενδιάμεσος κρίκος» στην εξέλιξη από την αγέλη ώς τον διεθνοποιημένο σήμερα πρωτογονισμό – ενδιάμεσος. Στη θωράκιση της εγωκεντρικής κατασφάλισης αποβλέπει, αλλά όχι με άξονα την «ταξική» χρησιμοθηρία, ούτε την πολτώδη «διεθνική». Ο εθνικισμός θωρακίζει το εγώ με ιδεολογήματα «φυλετικής ανωτερότητας», «καθαρόαιμης ομοείδειας», «βιολογικής αρτιμέλειας».
Είναι απίστευτο, σε ποια ανθρώπινη έκπτωση διολισθαίνει η αριστερόσχημη αλλαξοπιστία, για να προπαγανδίσει τον μηδενιστικό αμοραλισμό που τη συντηρεί στην εξουσία. Κόπτεται ο θλιβερός «κυβερνητικός εκπρόσωπος», κορυφαίος του ανθρώπινου αυτεξευτελισμού, να πείσει (ποιον;) ότι στην πατριωτική λαοθάλασσα των συλλαλητηρίων για το «μακεδονικό» σαρκωνόταν «το τέρας του εθνικισμού», «το τέρας της Δεξιάς»! Κι από κοντά, θλιβερά στρατευμένοι στην υπεράσπιση της κυβερνητικής αισχύνης αρθρογράφοι να «καταγγέλλουν» τον «εθνικολαϊκισμό» («έξαλλο εθνικισμό») των «μακεδονομάχων» πολιτών, που «αρχές της δεκαετίας του 1990... έτρεχαν αλαφιασμένοι στις πλατείες» – τότε που «όλα τα πολιτικά κόμματα υποτάσσονταν στις επιθυμίες των αδιάλλακτων ή των τυχοδιωκτών»!
«Εξέστη φρενών» η «προοδευτική» συνηγορία του μηδενιστικού αμοραλισμού.
Η εξαφάνιση λαών από τον στίβο της Ιστορίας έχει πάντα προοίμιο τη σύγχυση-αχρήστευση της γλώσσας τους: «Προοδευτικός» σήμαινε πάντοτε στα ελληνικά τον «πρωτοπόρο», τον ρηξικέλευθο τολμητία, που άνοιγε δρόμο εκεί που οι άλλοι έβλεπαν αδιέξοδο, άνοιγε τη θέα σε καινούργιους ορίζοντες. Προοδευτικός ήταν ο υπέρμαχος της αλλαγής, της ανακαίνισης, της αναζήτησης, ο εραστής του καινούργιου, όχι επειδή ο νεωτερισμός είναι αυταξία αλλά όταν το εν χρήσει αποδείχνεται ατελέσφορο ή ανεπαρκές.
Σήμερα, στην Ελλάδα που ψυχορραγεί, ποιος λογαριάζεται «προοδευτικός» και ποιοι μονοπωλούν ετσιθελικά την «πρόοδο», ποιοι φιγουράρουν σαν «προοδευτικές δυνάμεις» της κοινωνίας;
Πρώτη και καλύτερη η σταλινική «ορθοδοξία» του Περισσού, οι νοσταλγοί της εφιαλτικότερης φρικωδίας εξουσιαστικού ολοκληρωτισμού που γνώρισε η ανθρώπινη ιστορία. Από κοντά, το συνονθύλευμα από τις σέκτες που γεννοβόλησε ο μαρξισμός, όλα τα παλαιοημερολογίτικα γκρουπούσκουλα του ιστορικο-υλιστικού φανατισμού, ακόμα και τα λήμματα εξωμοσίας που μας κυβερνάνε σήμερα. Η «επιστήμη» της συκοφαντίας-παραπλάνησης και διαστροφής, κατ’ ευφημισμόν «προπαγάνδα», έχει καθολικά επιβάλει ως αυτονόητη την πεποίθηση ότι μόνο ο μηδενισμός και ο αμοραλισμός είναι «προοδευτική» επιλογή, ο πατριωτισμός συνώνυμος του αναχρονισμού και σκοταδισμού. Γι’ αυτό και μόνο περιθωριακά μικροκόμματα «της πλάκας» αυτοαποκαλούνται «πατριωτικά».
Η ελληνική κοινωνία, σε επιθανάτια αφασία, δεν αντιδρά. «Δεν κουνιέται φύλλο».
Πρόκειται για μικρόνοια; Για κωμική απαιδευσία; Για αμειβόμενη στράτευση στην εξυπηρέτηση συμφερόντων;
Πάντως κάποιοι, όχι λίγοι, επιμένουν να συγχέουν τον πατριωτισμό με τον εθνικισμό. Καμώνονται ότι ξέρουν τη διαφορά και σέβονται τον πατριωτισμό. Αλλά ο «σεβασμός» τους είναι μόνο στα λόγια, προσχηματικός. Στην πράξη, σπιλώνουν κάθε έκφανση πατριωτισμού σαν εθνικισμό. Σωρεύουν συνώνυμα επιτείνοντας την εσκεμμένη σύγχυση: Σωβινισμός, Ακροδεξιά, Νεοναζισμός, λαϊκισμός – έτσι τους βολεύει να κατανοείται ο πατριωτισμός.
Παθιασμένοι αντίπαλοι του «εθνικισμού», επομένως φανατισμένοι υπερασπιστές του «διεθνισμού» - «εθνομηδενισμού», εμφανίζονται οι οπαδοί και των δύο όψεων του αμφιπρόσωπου Ιστορικού Υλισμού: τόσο των «Αγορών» (του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Συστήματος) όσο και οι «κολλημένοι» νοσταλγοί της Σοβιετίας.
Φανατικότεροι, και στις δύο παρατάξεις (όπως πάντοτε στην Ιστορία) είναι οι αλλαξόπιστοι, οι εξωμότες: οι «αριστεροί» (και μάλιστα της «ριζοσπαστικής» Αριστεράς) που ξεπουλήθηκαν στις «Αγορές» με φτηνιάρικα ανταλλάγματα. Ή και οι κάποτε «δεξιοί» που έκαναν καριέρα με το «πατρίς-θρησκεία-οικογένεια» και σήμερα προβάρουν τη λεοντή του «εκσυγχρονισμού» και της «προόδου».
«Ποιοι αντιδρούν στη Συνθήκη των Πρεσπών;» ρώτησε ο πρόεδρος της Γαλλίας Μακρόν τον Αλέξη Τσίπρα, τις προάλλες, στην Κύπρο. «Κάποιοι ελάχιστοι ακροδεξιοί-λαϊκιστές», ήταν η απάντηση. «Και πόσοι κατέβηκαν στο συλλαλητήριο;». «Κάπου εβδομήντα χιλιάδες»! Ετσι γράφουν την ιστορία οι αδίστακτοι.
Δεν θέλει να αντιληφθεί η ιστορικο-υλιστική θρησκοληψία ότι ο πατριωτισμός δεν έχει να κάνει με «πεποιθήσεις», δεν είναι επιλογή. Είναι καταστάλαγμα εμπειρίας, βιωματικός πλούτος – γεννιέται στην ψυχή του ανθρώπου ο πατριωτισμός. Σε αγεφύρωτη αντίθεση ο «διεθνισμός» είναι σκόπιμη επιλογή: ταξινομούνται οι άνθρωποι σε εισοδηματικές «τάξεις», διαβαθμίζεται η καταναλωτική τους ευχέρεια, λογαριάζονται σαν αδιαφοροποίητες μονάδες απρόσωπης ομοείδειας.
Γεννιέται ο πατριωτισμός από τη ζωτική σχέση του ανθρώπου με τη γη του, τη γλώσσα του, τη σαρκωμένη (στη γη και στη γλώσσα) ιστορία του. Είναι συνάρτηση ο πατριωτισμός της «καλλιέργειας» του ανθρώπου, συνισταμένη του πολιτισμού του. Γι’ αυτό και τρέφεται ο πατριωτισμός όχι από (εθνικιστικά) ιδεολογήματα, αλλά από την ένσαρκη Τέχνη: το τραγούδι, τη ζωγραφιά, την αρχιτεκτονική – απηχεί η Τέχνη αισθητά την «ταυτότητα» της πατρίδας.
Λοιπόν, αυτόν τον πατριωτισμό οι «πολιτικοί της κωλοτούμπας» (διεθνής πια ο όρος) τον χαρίζουν σε αυτούς που τον καπηλεύονται εγκληματικά: στους «εθνικιστές». Ο εθνικισμός είναι, ιστορικά, ο «ενδιάμεσος κρίκος» στην εξέλιξη από την αγέλη ώς τον διεθνοποιημένο σήμερα πρωτογονισμό – ενδιάμεσος. Στη θωράκιση της εγωκεντρικής κατασφάλισης αποβλέπει, αλλά όχι με άξονα την «ταξική» χρησιμοθηρία, ούτε την πολτώδη «διεθνική». Ο εθνικισμός θωρακίζει το εγώ με ιδεολογήματα «φυλετικής ανωτερότητας», «καθαρόαιμης ομοείδειας», «βιολογικής αρτιμέλειας».
Είναι απίστευτο, σε ποια ανθρώπινη έκπτωση διολισθαίνει η αριστερόσχημη αλλαξοπιστία, για να προπαγανδίσει τον μηδενιστικό αμοραλισμό που τη συντηρεί στην εξουσία. Κόπτεται ο θλιβερός «κυβερνητικός εκπρόσωπος», κορυφαίος του ανθρώπινου αυτεξευτελισμού, να πείσει (ποιον;) ότι στην πατριωτική λαοθάλασσα των συλλαλητηρίων για το «μακεδονικό» σαρκωνόταν «το τέρας του εθνικισμού», «το τέρας της Δεξιάς»! Κι από κοντά, θλιβερά στρατευμένοι στην υπεράσπιση της κυβερνητικής αισχύνης αρθρογράφοι να «καταγγέλλουν» τον «εθνικολαϊκισμό» («έξαλλο εθνικισμό») των «μακεδονομάχων» πολιτών, που «αρχές της δεκαετίας του 1990... έτρεχαν αλαφιασμένοι στις πλατείες» – τότε που «όλα τα πολιτικά κόμματα υποτάσσονταν στις επιθυμίες των αδιάλλακτων ή των τυχοδιωκτών»!
«Εξέστη φρενών» η «προοδευτική» συνηγορία του μηδενιστικού αμοραλισμού.
Η εξαφάνιση λαών από τον στίβο της Ιστορίας έχει πάντα προοίμιο τη σύγχυση-αχρήστευση της γλώσσας τους: «Προοδευτικός» σήμαινε πάντοτε στα ελληνικά τον «πρωτοπόρο», τον ρηξικέλευθο τολμητία, που άνοιγε δρόμο εκεί που οι άλλοι έβλεπαν αδιέξοδο, άνοιγε τη θέα σε καινούργιους ορίζοντες. Προοδευτικός ήταν ο υπέρμαχος της αλλαγής, της ανακαίνισης, της αναζήτησης, ο εραστής του καινούργιου, όχι επειδή ο νεωτερισμός είναι αυταξία αλλά όταν το εν χρήσει αποδείχνεται ατελέσφορο ή ανεπαρκές.
Σήμερα, στην Ελλάδα που ψυχορραγεί, ποιος λογαριάζεται «προοδευτικός» και ποιοι μονοπωλούν ετσιθελικά την «πρόοδο», ποιοι φιγουράρουν σαν «προοδευτικές δυνάμεις» της κοινωνίας;
Πρώτη και καλύτερη η σταλινική «ορθοδοξία» του Περισσού, οι νοσταλγοί της εφιαλτικότερης φρικωδίας εξουσιαστικού ολοκληρωτισμού που γνώρισε η ανθρώπινη ιστορία. Από κοντά, το συνονθύλευμα από τις σέκτες που γεννοβόλησε ο μαρξισμός, όλα τα παλαιοημερολογίτικα γκρουπούσκουλα του ιστορικο-υλιστικού φανατισμού, ακόμα και τα λήμματα εξωμοσίας που μας κυβερνάνε σήμερα. Η «επιστήμη» της συκοφαντίας-παραπλάνησης και διαστροφής, κατ’ ευφημισμόν «προπαγάνδα», έχει καθολικά επιβάλει ως αυτονόητη την πεποίθηση ότι μόνο ο μηδενισμός και ο αμοραλισμός είναι «προοδευτική» επιλογή, ο πατριωτισμός συνώνυμος του αναχρονισμού και σκοταδισμού. Γι’ αυτό και μόνο περιθωριακά μικροκόμματα «της πλάκας» αυτοαποκαλούνται «πατριωτικά».
Η ελληνική κοινωνία, σε επιθανάτια αφασία, δεν αντιδρά. «Δεν κουνιέται φύλλο».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου