Πέμπτη 1 Ιουνίου 2017

Το μοναδικό πανηγύρι του Άη Συμιού στο Μεσολόγγι

Αρματωμένοι και καβαλαραίοι, νταούλια και ζουρνάδες δίνουν το ρυθμό σε μια τελετή που εξυμνεί τη λεβεντιά και τον πόθο των Μεσολογγιτών για λευτεριά.
Πανηγύρια που φημίζονται για τη θρησκευτική ή την εμπορική σημασία τους, υπάρχουν σε πολλά μέρη της πατρίδας μας, όμως πανηγύρι με ένα πολύ σύνθετο ιστορικό, θρησκευτικό, κοινωνικό και συμβολικό μαζί χαρακτήρα, μονάχα στο Μεσολόγγι συνηθίζεται.


Το iAitoloakarnania.gr κάνει ένα μεγάλο αφιέρωμα στο πανηγύρι του Αη-Σημιού που πήρε το όνομά του από το μεταβυζαντινό μοναστήρι, που χτίστηκε το 1740 σε μια λαγκαδιά του Ζυγού, κατάφυτη, οκτώ χιλιόμετρα ανατολικά του Μεσολογγίου.
Ο εορτασμός αυτός συνηθιζόταν και στην Τουρκοκρατία. Με την ανοχή των Τούρκων, που είχαν επιτρέψει στους ραγιάδες την ελεύθερη τέλεση των πανηγυριών, οι Μεσολογγίτες συγκεντρώνονταν την Κυριακή της Πεντηκοστής στο μοναστήρι, εκκλησιάζονταν σε αυτό την Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος, έψεναν ύστερα σφαχτά και ακολουθούσαν γλέντια, χοροί και ξεφαντώματα. Ο ξεσηκωμός είχε αναστείλει τη συνήθεια. Με την απελευθέρωση όμως, ξανάρθε στη ζωή με περισσότερη μάλιστα λαμπρότητα, γιατί ο χώρος του μοναστηριού είχε συνδεθεί στενά με την τοπική ιστορία.
Εκτός αυτού, γίνεται και το χειμωνιάτικο πανηγύρι που γιορτάζεται στις 2 και 3 Φεβρουαρίου, γιορτή της Υπαπαντής και του Αγίου Συμεών και αποτελεί συνέχεια του πανηγυριού των Μεσολογγιτών στα χρόνια της σκλαβιάς.
Το τριήμερο πανηγύρι του Άη Συμιού που γίνεται την Κυριακή της Πεντηκοστής κάθε χρόνο, είναι γνωστό στο πανελλήνιο για την ιστορικότητα και τη λαμπρότητά του. Έχει καθιερωθεί να τιμάται η ηρωική έξοδος του Μεσολογγίου στην τοποθεσία του ομώνυμου μοναστηριού, λίγα χιλιόμετρα έξω από την πόλη. Εκεί είχαν συνεννοηθεί τη νύχτα της εξόδου να συναντηθούν οι επιζώντες εξοδίτες έπειτα απ’ την επικίνδυνη πορεία τους μέσα από το εχθρικό στρατόπεδο.

Το χαρακτηριστικό του λεβεντοπανηγυριού αυτού είναι ότι γίνεται από «παρέες» ανδρών αποκλειστικά, που χωρίζονται στους «αρματωμένους» πεζούς και στους «καβαλαραίους».
Οι φορεσιές τους ντουλαμάδες, φουστανέλες, τσαπράζια, στολίδια, φισεκλίκια και τ’ άρματά τους προγονικά, που «τ’ άγιαζε το αίμα και η φωτιά», κειμήλια ιερά κρεμασμένα όλο το χρόνο κάτω από το εικονοστάσι.
Το τελετουργικό περιλαμβάνει εκδηλώσεις μέσα στο Μεσολόγγι, επιμνημόσυνη δέηση στον Κήπο των Ηρώων και τη δεύτερη μέρα με μεγάλη πομπή παίρνουν το δρόμο για τον Αη Συμιό.
Προηγούνται οι αρματωμένοι με τις εντυπωσιακές φορεσιές, ακολουθούν οι καβαλαραίοι κι ανάμεσά τους οι ζυγιές των γύφτων με τα αρχαιόθεν καθιερωμένα μουσικά όργανα.
Ο πριμαδόρος και ο μπασαδόρος παίζουν ζουρνά, ο νταουλιέρης βαράει το νταούλι κι ένας τέταρτος τους ξεκουράζει, αφού το παίξιμο είναι εξαντλητικό όλο το τριήμερο και σταματάει μόνο στη λειτουργία και στις επιμνημόσυνες δεήσεις.
Οι γυφταίοι είναι στενά δεμένοι με τους Αη-Συμιώτες και κάθε χρόνο μαζεύονται με τις φαμίλιες τους από πολύ μακριά, αφού οι ντόπιοι πεπειραμένοι γύφτοι οργανοπαίχτες έχουν λιγοστέψει.
Τα τσιμπούσια με το ατελείωτο φαγοπότι και το τρικούβερτο γλέντι ανεβάζουν σχεδόν σε κατάσταση έκστασης τον Άη-Συμιώτη.
Στο χώρο του μοναστηριού με τα πανύψηλα πλατάνια, κάθε παρέα έχει το δικό της προκαθορισμένο από χρόνια χώρο, όπου κρεμούν τα άρματα, αφού πρώτα προσκυνήσουν και προσευχηθούν στην εκκλησία. Ακολουθεί ολονύχτιο γλέντι με «άη-συμιώτικα» τραγούδια και με τοπικούς χορούς.

Αργά το βράδυ της επόμενης ημέρας, που και αυτή περνά με χορούς και τραγούδια, γίνεται θεαματική επιστροφή στο Μεσολόγγι και υποδοχή των αρματωμένων από πλήθος κόσμου που τους περιμένει στην είσοδο της πόλης. Το γλέντι συνεχίζεται, με ιδιαίτερα ενδιαφέρον στοιχείο το λεγόμενο «χορό του πεθαμένου», με θέμα το θάνατο και την ανάσταση ενός αρματωμένου.
Την τρίτη μέρα, Άη-Συμιώτες και Μεσολογγίτες περνούν με βάρκες στο ιστορικό νησάκι Κλείσοβα και αργά το βράδυ επιστρέφουν στην πόλη για τη συνέχεια του γλεντιού μέχρι το πρωί.
Το πανηγύρι τελειώνει μεσάνυχτα της Τρίτης προς Τετάρτη με την ευχή όλων: «Καλό Αη Συμιό να ΄χουμε». Από την επόμενη κιόλας ημέρα αρχίζουν οι ετοιμασίες για τον γιορτασμό της επόμενης χρονιάς.
Αυτές τις εκδηλώσεις για απανωτές χρονιές απαθανάτισε ο φωτογράφος Κώστα Μπαλάφας και τις έχει αποτυπώσει σε εκατοντάδες ολοζώντανες φωτογραφίες, δημιουργώντας ένα καταπληκτικό αρχείο. Όσο κι αν ο χρόνος ή η πλημμύρα των ξενόφερτων στοιχείων προσπάθησαν να ρίξουν στη λήθη αυτές τις εκδηλώσεις, δύσκολα θα το κατορθώσουν.
Η φιγούρα της γριάς Κουμπούρως (φωτό), οι νεαρές γυφτοπούλες με τις κλαρωτές τους φούστες κι ο γυφτοργανοπαίχτης ο Καρακώστας αναδείχτηκαν με τη φωτογραφική μηχανή του Κώστα Μπαλάφα σε ανεξίτηλες μορφές της παράδοσης και του λαϊκού μας πολιτισμού.

Οι ζυγιές

Όταν λέμε «ζυγιά» εννοούμε την ολιγομελή λαϊκή ορχήστρα που συντροφεύει κάθε παρέα αρματωμένων και καβαλαραίων στο πανηγύρι του Αη Συμιού.
Στο Μεσολόγγι ο ζουρνάς είναι μικρός, μόλις φτάνει τα 20 εκ., είναι πράγματι στριγγόλαλος, οξύφωνος με στριγγούς και μονότονους ήχους. Το παίξιμο είναι σωστό σκούξιμο, η φωνή του δυνατή και τσιριχτή. Το νταούλι είναι και αυτό μικρό διαμέτρου 25 εκ. και μήκους 30 εκ. και βγάζει ήχο τέτοιας οξύτητας, που ταιριάζει με τους ζουρνάδες. Όπως οι καραμούζες είναι γνωστές με τον όρο ψιλά ζουρνάδια του Μεσολογγίου, έτσι και το μεσολογγίτικο νταούλι το λένε τσοκάνι, μεταφορικά βέβαια από ένα είδος μικρού κουδουνιού από τα οξύτερα και τα διαπεραστικά σε ήχο.
Είναι κι αυτό λοιπόν βροντερόηχο. Τρία είναι τα μελωδικά όργανα της Ζυγιάς: Ο ζουρνάς α’, ο ζουρνάς β’ και το νταούλι.
Από τους δύο ζουρνάδες ο ένας, ο α’ παίζει το τραγούδι. Ο παίκτης του λέγεται μάστορας ή πριμαδόρος και είναι ο μαέστρος, ο αρχηγός της Ζυγιάς.
Διαβάστε περισσότερα: Η «ζυγιά» στο πανηγύρι τ’ Αη-Συμιού
Ο ζουρνάς β’ κρατάει απλά το ίσο του τραγουδιού, το μπάσο, γι’ αυτό και λέγεται μπασαδόρος. Και οι δύο μαζί λέγονται ζουρνατζήδες. Το νταούλι χτυπά το ρυθμό του τραγουδιού. Ο παίκτης λέγεται νταουλιέρης.
Μία απ’ αυτές τις μελωδίες είναι η λεγόμενη «μπαντουνάδα» ή «πατινάδα» τ’ Αη-Συμιού την οποία παίζει η Ζυγιά στους δρόμους.
Παίκτες της Ζυγιάς που άφησαν εποχή στα τοπικά γλεντζέδικα χρονικά είναι:

Πενταλοφιώτες:

Στράτος Ι. Κηρύκος (Ματάκιας), Νίδας Σωτ. Χαμπέκος, ο θείος και ανεψιός Νίκος Θ. Μωραΐτης και Θεόδωρος Μωραΐτης (Παγουραίοι), όλοι τους μαστόροι ζουρνατζήδες.
Οι μπασαδόροι: Βαγγέλης Ι. Κηρύκος, Γιάννος Σωτ.Χαμπέκος, Νάσος Θ. Μωραΐτης και οι νταουλιέρηδες: Γρηγόρης (Γκάκιας) Κ.Καραγιώργος, Πάνος Ν. Αλεξόπουλος (Ψηλός), Θύμιος Γ. Τριανταφυλλόπουλος και Παύλος Αθ. Μωραΐτης (Παυλάκιας) ο ονομαστότερος μεταξύ όλων των νταουλιέρηδων.

Αλλοι μουσικοί της ευρύτερης περιοχής:

Ο Χ. Καραγιάννης, διάσημος μάστορας, ο Ασημάκης Καραγιάννης, ο Νικ. Πανόπουλος ή Κουμπούρας, ο Κ. Σαλέας, ο Κ.Αριστόπουλος, ο Κ. Καραγιάννης, ο Ασημάκης Μπέκος, ο Απ. Μπέκος ή Καλός και ο Ηλίας Αριστόπουλος (Κακαρούκας), μάστοροι.
Ο Γ. Σαλέας, ο Κ. Πανόπουλος, ο Δημοσθένης Μπέκος, μπασαδόροι και οι νταουλιέρηδες Ι. Ντόβας, Ασημάκης Σούτας, Ασημάκης Ντόβας, Μάκης Σαλέας, Δημ. Κρίκος, Κώστας Σούτας, Μένιος Κούτρας.

Οι Άη-Συμιώτικοι χοροί

Όταν οι Αη-Συμιώτες ανεβαίνουν στο μοναστήρι φτάνουν σχεδόν στην έκσταση και τότε είναι που πετιέται ένας και με μοναδικό παλμό και καταπληκτική ηθοποιία χορεύει τον «χορό του πεθαμένου» πιστεύοντας ότι έτσι ξαναζωντανεύει τα ηρωικά χρόνια της σκλαβιάς, χωρίς να υποψιάζεται πόσο πιο βαθιά τον τραβούν αυτή τη στιγμή οι ρίζες της φυλής του.
Ο «χορός του πεθαμένου» είναι η πιο χαρακτηριστική αησυμιώτικη φιγούρα, αναπαράσταση. Το θέμα του χορού, που διαρκεί πέντε με δέκα λεπτά, αναφέρεται στη φιλία. Ο χορός αρχίζει από μια παρεξήγηση του καπετάνιου κι ενός άλλου παλικαριού της παρέας. Ο αρματωμένος διατάζει τα όργανα να σταματήσουν. Ο καπετάνιος τον ρωτάει:
-Γιατί σταμάτησες τα όργανα;
-Γιατί έτσι θέλω και χτυπά τον καπετάνιο, απαντάει ο αρματωμένος.
Αμέσως βγάζουν τις κάμες και αρχίζουν να μονομαχούν. Ύστερα από λίγο η κάμα του καπετάνιου βυθίζεται στο πλευρό του αντιπάλου, ο οποίος σωριάζεται κάτω.
Ενώ «ξεψυχάει», ο νικητής όρθιος πάνω του κουνάει θριαμβευτικά την κάμα. Ξαφνικά πάει να φύγει, αλλά μετανιωμένος, παρατάει την κάμα, σκύβει και μάταια προσπαθεί να ξαναφέρει στη ζωή τον «νεκρό».
Τότε αρχίζει να θρηνεί, πετάει τη σκούφια του, χτυπάει το κεφάλι του, τραβά τα μαλλιά του και στρεφόμενος προς το μοναστήρι, ανάμεσα σε λυγμούς λέει:
-Αη Συμιέ μου σχώρα με, δεν τό θελα!
Ο Αη Συμιός κάνει το θάμα του κι ανασταίνει τον νεκρό, που αρχίζει τώρα ν’ αναδεύεται. Τότε ο καπετάνιος βγάζει ένα μαντίλι από το σελάχι του, σκουπίζει την πληγή, την πλένει με μυρωδικό και τον καταβρέχει με λίγο νερό. Μετά χαρούμενος τον σηκώνει, τον αγκαλιάζει και τον φιλάει. Οι δύο φίλοι δίνουν τα χέρια. Τα όργανα παίζουν πάλι και ο χορός ανάβει μ’ όλους τους πανηγυριστές που παρακολουθούσαν. Μπροστά χορεύουν οι δύο πρωταγωνιστές. Είναι ένα σφιχταγγάλιασμα της ζωής και του θανάτου και γι’ αυτό χορεύουν με επιτυχία το «χορό του πεθαμένου».
Εκτός από τον «χορό του πεθαμένου» τον πηδηχτό και τον συρτό στο αη-συμιώτικο γλέντι χορεύονται κι άλλοι χοροί. Τέτοιοι είναι το «τρίψιμο του πιπεριού», η «καρακάξα» και το «χελάκι».
Το «χελάκι» είναι ομαδικός χορός με βήματα προς τα πίσω. Οι χορευτές κρατιούνται με μαντίλια και δηλώνουν τους στενούς δεσμούς φιλίας, που ενώνουν την παρέα των Αη-Συμιωτών.
Οι αρματωμένοι και οι καβαλάρηδες φημίζονται, τόσο για τη χορευτική τους δεινότητα όσο και για την αγάπη τους στο τραγούδι. Σήμερα ελάχιστοι τραγουδούν με παραδοσιακό τρόπο. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά τους Γιάννη και Χρήστο Ξανθόπουλο, Αθανάσιο Καβάγια, Συμεών Φιλιππόπουλο, Κώστα Διαμαντόπουλο ή Κωσταντάρα, Κώστα Νούλα, Γιάννη Μαγδαληνό ,Σπύρο Λαντζόπουλο και Αποστόλη Χριστοδούλου. Φυσική συνέπεια του λεβέντικου και γλεντζέδικου ταπερα-μέντου τους.
Στο Μεσολόγγι άλλωστε έζησαν, έπαιξαν και τραγούδησαν μεγάλοι λαϊκοί καλλιτέχνες, που δημιούργησαν παράδοση όπως ο Θανάσης Μπαταρίας, ο Νικολός Σουλεϊμάνης, ο Χαράλαμπος Μαργέλης.

Η ποίηση και η λογοτεχνία για τον Άη Συμιό

Και για το τέλος δύο σονέτα ενός ξεχασμένου ποιητή, του Χρηστάκη Παλαμά (μεγαλύτερος αδελφός του Κωστή Παλαμά) από την ακόμη(;) ανέκδοτη συλλογή «Τα γεροντικά σονέττα» (1924)…

Τ’ Άη Συμιού

Απλώνεται το σύννεφο παχύ στα περασμένα
Μιανής ζωής πολύδαρτης… η μνήμη σκοτισμένη
Γυρίζει νάβρει ξάναση σε κάτι ξεχασμένα
Κι όσο τα χρόνια φεύγουνε, τόσο κι αυτή μακραίνει.
Και ξάφνου μια οχλοβοή χαρούμενη του κόσμου
Το τούμπανο και ο ζουρνάς, λαλούμενα, αντάρα
Σαν αστραπή το σύννεφο σκίζουνε… και το φως μου
Ξανοίγεται στη θύμηση της νιότης μου με μάρα
Κι ενώ η ματιά μου άπλερη στης πόρτας το καρτέρι
Και η καρδιά τρεμουλιαστή ζητάει άλλα χνάρια
Ο νους μου φεύγει πιο ψηλά… Σ’ απάτητο λημέρι,
Στου Άη-Συμιού το ρίζωμα… και φερν’ η φαντασία
Μ’ αρματωσιές περίβαλτες εκειά τα παλληκάρια
Να ροβολούνε στο Ζυγό σ’ αληθινή θυσία…

Της Αγιά Τριάδος

Γυρίζει πάλι η θύμηση μ’ άλλους αχούς κι αντάρες
Κάτου στις θαλασσόνυχτες φυκιές της Χωροπούλας
Στριμώνονται γυροβολιά οι όμορφες κ’ οι χάρες
Πεζοβολάνε οι ματιές του νιου και της παιδούλας.
Βαριοί πηδάν με τ’ άρματα εις το νερό οι Ζυγιώτες
Και φτερακάνε στο νησί γεμάτα τα πριάρια
Το πήραν άλλη μια φορά – χου – οι πανηγυριώτες
Η λίμνη παραδέρνεται μανιώνουνε τα ψάρια…
Και στρέφεται ο λογισμός σε κειό το πανηγύρι
Του πόλεμου και της φωτιάς… στη χούφτα των ανδρείων
Που ξέρας μιαν αδρασκελιά μ’ ακράτητο αργοπύρι
Της δόξας και της λευτεριάς εστήσαν το βωμό
Και τα ρηχιά της Κλείσοβας μνημούρι των θερίων
Σημείο για την Έξοδο το μέγα χαλασμό.
Ο Ανδρέας Καρκαβίτσας γράφει:
«Σήμερον είναι ημέρα της Πεντηκοστής. Το Μεσολόγγι σήμερον άγει όλως αρχαϊκήν κι επιβάλλουσαν εορτήν, πανήγυριν απ’ εκείνας, αι οποίαι καταντούν αναπόσπαστοι από τον τόπον εις τον οποίον τελούνται, κι ενέχουσιν όλα τα προσόντα του τόπου, εν τω οποίω εγεννήθησαν.»
Γράφει ακόμα: «Ούτω κατά τα πολυστένακτα έτη τη δουλείας ο ιερός λόφος εκείνος κατήντα το εντευκτήριον και των τριών μερίδων του έθνους των κληρικών , των αρματολών και των ραγιάδων , όπου συνηυθύμουν και ηδελφούντο και ωνειροπόλουν την ελευθερίν της πατρίδος μακράν της θέας του βάρβαρου δυνάστου».
Τέλος, ακολουθεί η ταινία μικρού μήκους «Tα Δολλάρια για ένα Άγιο» της Αυρας Γεωργίου, αφιερωμένη στο πανηγύρι του Άη-Συμιού, που προβλήθηκε στο Φεστιβαλ Ντοκυμαντέρ Θεσσαλονίκης.

Πληροφορίες/Φωτογραφίες
– «Ο Κώστας Μπαλάφας και η Ελλάδα του» βιβλίο του Κώστα Μπουμπουρή
– aisimios.wordpress.com
– Κεντρική: Νίκος Τσοκάντας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου