Μα, η ιατρική των αρχαίων έμενε άπραγη μπροστά στον Μαύρο Θάνατο, καθώς κανείς δε γνώριζε ούτε την προέλευσή του ούτε τον τρόπο μετάδοσής του. Η “Ιλιάδα” του Ομήρου και ο “Οιδίπους Τύραννος” του Σοφοκλή περιγράφουν την επιδημία πανώλης στο στρατόπεδο των Ελλήνων μετά την οργή του Απόλλωνα εναντίον τους.
Όμως, η πιο περίφημη περιγραφή είναι εκείνη του Θουκυδίδη, ο οποίος περιγράφει την επιδημία της πανούκλας που θέρισε την Αθήνα κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου, το 430 π.Χ. Ιδού ένα σχετικό απόσπασμα:
“Ενώ βρισκόταν κανείς εντελώς υγιής, ένιωθε πρώτα μια δυνατή φωτιά στο κεφάλι του και συγχρόνως τα μάτια του κοκκίνιζαν και φλογίζονταν. Η γλώσσα του και ο λάρυγγάς του μάτωναν κατόπιν, ενώ η ανάσα του μύριζε άσχημα και αηδιαστικά. Τόση ήταν η φλόγα που πύρωνε μέσα στο κορμί τους, ώστε οι άρρωστοι δεν μπορούσαν να υποφέρουν επάνω τους ούτε το ελαφρύτερο ρούχο. Κυκλοφορούσαν γυμνοί στην ύπαιθρο κι έβρισκαν αγαλλίαση να βουτούν μέσα σε κρύα νερά. Πολλοί από αυτούς έπεφταν στα πηγάδια για να ανακουφιστούν…”
Οι άρρωστοι πέθαιναν σωριασμένοι ο ένας πάνω στον άλλον, μέσα στους ναούς και γύρω από τις πηγές, όπου μαζεύονταν για να σβήσουν το πύρωμα του κορμιού τους. Στους δρόμους, τεράστιες φωτιές ξεπηδούσαν, στις οποίες καίγονταν τα πτώματα των νεκρών.
Επίσης, περίφημη είναι η περιγραφή της πανώλης, που αφάνισε τη Φλωρεντία το 1347 μ.Χ., την οποία είχε συντάξει ο μέγας Ιταλός συγγραφέας Βοκάκιος στο έργο του “Δεκαήμερο”:
“Πόσοι ανδρείοι άντρες, πόσες ωραίες γυναίκες, πόσοι υγιείς νέοι γευμάτισαν το πρωί με τους συγγενείς, τους συντρόφους και τους φίλους τους και το βράδυ δείπνησαν με τους νεκρούς προγόνους τους!…”
Βοκάκιος (1313 μ.Χ. – 1375 μ.Χ.) |
“Ένας τέτοιος τρόμος είχε εισδύσει στις καρδιές όλων, ώστε ο αδελφός εγκατέλειπε τον αδελφό του, ο θείος τον ανιψιό του, ο σύζυγος τη σύζυγό του. Και, πράγμα σχεδόν απίστευτο, οι γονείς αρνούνταν να περιποιηθούν τα άρρωστα παιδιά τους”.
Κατά την εποχή της επιδημίας της Μαύρης Πανώλης, η οποία ρήμαξε την Ιταλία, ένας άγιος μοναχός, ονόματι Ρος, κινούμενος από τα χριστιανικά του αισθήματα, δεν εγκατέλειψε ούτε στιγμή τους ασθενείς του, μέχρι που αρρώστησε και ο ίδιος και πέθανε. Πολλοί ήταν εκείνοι που με αυταπάρνηση πάσχισαν με όλες τους τις δυνάμεις να περιθάλψουν όλους εκείνους που υπέφεραν.
Μάλιστα, σε διάφορες επιδημίες, οι περισσότεροι ιατροί έδωσαν τα υψηλότερα παραδείγματα επαγγελματικής αφοσίωσης. Ορισμένοι από αυτούς, οι οποίοι είχαν προσβληθεί από τη θανάσιμη νόσο και ανέμεναν το τέλος τους στωικά, θέλησαν ο θάνατός τους να φανεί χρήσιμος στην Επιστήμη, καταγράφοντας λεπτομερώς και με ακρίβεια όλες τις φάσεις της ασθένειας και τα συμπτώματά της, μέχρι που σφάλιζαν τα μάτια τους.
Μεταξύ των διαφόρων επιδημιών, η βουβωνική πανώλη χαρακτηριζόταν από ένα γαγγλιακό οίδημα, έναν λυμφατικό αδένα, ο οποίος προσβαλλόταν από φλόγωση και πυορροούσε, αμέσως μόλις εκδηλωνόταν η νόσος. Παρουσιαζόταν στις μασχάλες ή κοντά στους μηρούς. Μερικές φορές, πάλι, οι αδένες του λαιμού πρήζονταν. Έφτανε μια απλή γρατζουνιά ή δαγκωματιά από μολυσμένο ζώο, συνήθως ποντικό ή πίθηκο, για να προσβληθεί κανείς και στο τέλος, να πεθάνει.
Βάσει αυτών των συμπτωμάτων, η πρώτη αυθεντική επιδημία πανώλης θεωρήθηκε εκείνη που χτύπησε το Βυζάντιο κατά τον 5ο αιώνα μ.Χ.
Γα πολλούς αιώνες πιστευόταν ότι η πανώλη είχε τη μολυσματική εστία της στην Αίγυπτο, στις εκβολές του Νείλου. Και πράγματι, το υγρό και ελώδες έδαφος της Κάτω Αιγύπτου λειτουργούσε ως εστία μετάδοσης κάθε φορά που η πανώλη ενέσκηπτε στις διάφορες ακτές της Μεσογείου. Η φοβερή επιδημία της Μασσαλίας, άλλωστε, κατά το έτος 1720 μ.Χ., εξαπλώθηκε από ένα πλοίο που είχε καταπλεύσει από την Αίγυπτο. Μα, η μόλυνση του αιγυπτιακού εδάφους εξαφανίστηκε το 1844, αφού διήρκεσε με διαλείμματα δεκαπέντε ολόκληρους αιώνες.
Και τότε αποδείχτηκε ότι αλλού υπήρχαν εστίες αυτού του θανατικού και όχι στην Αίγυπτο. Η αρχαιότερη όλων ίσως βρισκόταν στο Κάρβαλ των Ινδιών, στους πρόποδες των Ιμαλαΐων.
Μα, η σφοδρότερη επέλαση της πανώλης είχε καταγραφεί στην επαρχία Γιουνάν της Κίνας. Εκεί, κάθε χρόνο, η πανώλη εμφανιζόταν με τις πρώτες βροχές, για να εξαφανιστεί με τις πρώτες ζέστες. Εκεί, άλλωστε, κατά το έτος 1894, εκδηλώθηκε μια ανηλεής επιδημία, η οποία είχε μια τρομακτική μετάδοση σε πολλές χώρες, με τάσεις εξάπλωσης σε όλον τον πλανήτη. Από εκεί, επίσης, ξεκίνησε και η Μαύρη Πανώλη του 14ου αιώνα, η οποία ρήμαξε και ερήμωσε ολόκληρη την Ευρώπη.
Τα θύματά της στο Παρίσι έφτασαν τις 70.000 χιλιάδες, ενώ στο Λονδίνο και στη Φλωρεντία ξεπέρασαν τις 100.000 χιλιάδες. Κατά έναν υπολογισμό που είχε κάνει ο Πάπας Κλήμης ο Στ’, η επιδημία αυτή είχε αφανίσει περίπου 25 εκατομμύρια ανθρώπους, δηλαδή το ένα τέταρτο του συνολικού πληθυσμού της Γης, που ήταν τότε περίπου 100 εκατομμύρια.
Ένας σοφός άντρας της εποχής, ο Γάλλος ιατρός Alexandre Yersin, είχε σταλεί από το Ινστιτούτο Παστέρ στην Κίνα, για να μελετήσει τα συμπτώματα της νόσου. Εκεί διαπίστωσε πως τα ζώα, όπως η κότα και ο λαγός, δεν προσβάλλονταν από την πανούκλα. Ευάλωτα ήταν τα αρνιά, οι χοίροι, τα άλογα, οι κατσίκες και από τα πουλιά, τα περιστέρια. Πιο πολύ κινδύνευαν οι άνθρωποι και οι πίθηκοι. Μα, ακόμη περισσότερο τα ποντίκια!
Σχετικά με τα ποντίκια, παρατήρησε πως συνέβαινε το εξής αξιοπερίεργο: μια-δυο μέρες πριν ξεσπάσει η επιδημία της πανώλης σε μια πόλη, όλοι οι δρόμοι, τα σπίτια και τα υπόγεια γέμιζαν από χιλιάδες πτώματα ποντικών. Κατά την επιδημία της Καντώνος του 1894, υπολογίστηκε πως μονάχα στο δυτικό τμήμα του λιμανιού μαζεύτηκαν σε μια μέρα τα πτώματα 22.000 ποντικών!
Αυτή η θνησιμότητα των ποντικών, θνησιμότητα προερχόμενη από την πανώλη που τα είχε προσβάλλει, ήταν ο προάγγελος της εμφάνισής της και στους ανθρώπους, πράγμα που το γνώριζαν καλά οι γηγενείς κάτοικοι της Κίνας και της Ινδίας. Γι’ αυτό, άλλωστε, μόλις εμφανίζονταν τα πρώτα πτώματα ποντικών σε κάποια πόλη, εκείνοι εγκατέλειπαν τα σπίτια τους και τα κτήματά τους και έτρεχαν να σωθούν. Οι συνοικίες που δεν είχαν ποντίκια, τις πιο πολλές φορές δεν προσβάλλονταν από την επιδημία.
Στο Λονδίνο, κατά την επιδημία του 1665, όσοι κατέφυγαν για να σωθούν στα πλοία που ήταν αγκυροβολημένα στον Τάμεση, γλίτωσαν από τον φοβερό εκείνο λοιμό. Αντίθετα, τα πληρώματα των καραβιών, στα οποία κατόρθωσαν να εισχωρήσουν μολυσμένα ποντίκια κατά την επιβίβαση του φορτίου τους, αρρώσταιναν γρήγορα και τα πλοία αυτά γίνονταν φορείς της νόσου από περιοχή σε περιοχή.
Για να προσβάλει η πανώλη έναν άνθρωπο υγιή, πρέπει να υπάρχει ένα άνοιγμα στο σώμα του, μέσω του οποίου να εισέλθει ο πανωλικός βάκιλος στον οργανισμό και μετά, πολλαπλασιάζεται ταχέως.
Τα διάφορα παρασιτικά έντομα, όπως οι ψείρες, οι κοριοί, αλλά ακόμα και τα κουνούπια και οι μύγες, είναι οι εισαγωγείς του βακίλου στον οργανισμό. Αυτά παραλαμβάνουν το μικρόβιο από τα άρρωστα ποντίκια και το μεταδίδουν στους ανθρώπους.
Έτσι, συνεπώς, εξηγείται και η εξάπλωση της επιδημίας στις κατώτερες κοινωνικές τάξεις. Η έλλειψη καθαριότητας και υγιεινής επιτρέπουν τόσο στους ποντικούς, όσο και στα παρασιτικά αυτά έντομα, να πολλαπλασιάζονται με γοργούς ρυθμούς.
Ο Alexandre Yersin ήταν αυτός που ανακάλυψε το βακτήριο της πανώλης, το οποίο ονομάστηκε αργότερα προς τιμήν του “yersinia pestis”. Το 1896, μαζί με τους συνεργάτες του, δημιούργησε ένα εμβόλιο κατά της πανώλης, το οποίο δοκιμάστηκε με επιτυχία στους ανθρώπους και έτσι, απαλλάχτηκε σταδιακά η ανθρωπότητα από τη φοβερή αυτή μάστιγα του Μαύρου Θανάτου, που είχε αφανίσει κατά καιρούς εκατομμύρια ζωές.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “ΜΠΟΥΚΕΤΟ”, στις 20/10/1927…
Σχετικά με τα ποντίκια, παρατήρησε πως συνέβαινε το εξής αξιοπερίεργο: μια-δυο μέρες πριν ξεσπάσει η επιδημία της πανώλης σε μια πόλη, όλοι οι δρόμοι, τα σπίτια και τα υπόγεια γέμιζαν από χιλιάδες πτώματα ποντικών. Κατά την επιδημία της Καντώνος του 1894, υπολογίστηκε πως μονάχα στο δυτικό τμήμα του λιμανιού μαζεύτηκαν σε μια μέρα τα πτώματα 22.000 ποντικών!
Αυτή η θνησιμότητα των ποντικών, θνησιμότητα προερχόμενη από την πανώλη που τα είχε προσβάλλει, ήταν ο προάγγελος της εμφάνισής της και στους ανθρώπους, πράγμα που το γνώριζαν καλά οι γηγενείς κάτοικοι της Κίνας και της Ινδίας. Γι’ αυτό, άλλωστε, μόλις εμφανίζονταν τα πρώτα πτώματα ποντικών σε κάποια πόλη, εκείνοι εγκατέλειπαν τα σπίτια τους και τα κτήματά τους και έτρεχαν να σωθούν. Οι συνοικίες που δεν είχαν ποντίκια, τις πιο πολλές φορές δεν προσβάλλονταν από την επιδημία.
Στο Λονδίνο, κατά την επιδημία του 1665, όσοι κατέφυγαν για να σωθούν στα πλοία που ήταν αγκυροβολημένα στον Τάμεση, γλίτωσαν από τον φοβερό εκείνο λοιμό. Αντίθετα, τα πληρώματα των καραβιών, στα οποία κατόρθωσαν να εισχωρήσουν μολυσμένα ποντίκια κατά την επιβίβαση του φορτίου τους, αρρώσταιναν γρήγορα και τα πλοία αυτά γίνονταν φορείς της νόσου από περιοχή σε περιοχή.
Για να προσβάλει η πανώλη έναν άνθρωπο υγιή, πρέπει να υπάρχει ένα άνοιγμα στο σώμα του, μέσω του οποίου να εισέλθει ο πανωλικός βάκιλος στον οργανισμό και μετά, πολλαπλασιάζεται ταχέως.
Τα διάφορα παρασιτικά έντομα, όπως οι ψείρες, οι κοριοί, αλλά ακόμα και τα κουνούπια και οι μύγες, είναι οι εισαγωγείς του βακίλου στον οργανισμό. Αυτά παραλαμβάνουν το μικρόβιο από τα άρρωστα ποντίκια και το μεταδίδουν στους ανθρώπους.
Έτσι, συνεπώς, εξηγείται και η εξάπλωση της επιδημίας στις κατώτερες κοινωνικές τάξεις. Η έλλειψη καθαριότητας και υγιεινής επιτρέπουν τόσο στους ποντικούς, όσο και στα παρασιτικά αυτά έντομα, να πολλαπλασιάζονται με γοργούς ρυθμούς.
Ο Alexandre Yersin ήταν αυτός που ανακάλυψε το βακτήριο της πανώλης, το οποίο ονομάστηκε αργότερα προς τιμήν του “yersinia pestis”. Το 1896, μαζί με τους συνεργάτες του, δημιούργησε ένα εμβόλιο κατά της πανώλης, το οποίο δοκιμάστηκε με επιτυχία στους ανθρώπους και έτσι, απαλλάχτηκε σταδιακά η ανθρωπότητα από τη φοβερή αυτή μάστιγα του Μαύρου Θανάτου, που είχε αφανίσει κατά καιρούς εκατομμύρια ζωές.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “ΜΠΟΥΚΕΤΟ”, στις 20/10/1927…
Το άρθρο, όπως δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “ΜΠΟΥΚΕΤΟ”, στις 20/10/1927
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου