Δευτέρα 20 Ιουλίου 2015

Ελ­λη­νες εγ­κα­τα­λεί­πουν τα με­γά­λα α­στι­κὰ κέν­τρα και επι­στρέ­φουν στον τό­πο κα­τα­γω­γής τους σε α­να­ζή­τη­ση κα­λύ­τε­ρης ζω­ής

(1) Ἐ­πι­στρο­φὴ στὶς ρί­ζες
ΑΧ. ΧΕΚΙΜΟΓΛΟΥ, ΕΛΛΗ ΙΣΜΑΗΛΙΔΟΥ
Ἡ παγ­κό­σμι­α ἱ­στο­ρί­α εἶ­ναι ἕ­να ἀ­φή­γη­μα με­τα­να­στεύ­σε­ων.
Ἄν­θρω­ποι ἀ­φή­νουν τὸν τό­πο τους γι­ὰ νὰ σπου­δά­σουν καὶ νὰ ἐρ­γα­στοῦν, ἐ­νῶ ἄλ­λοι ἐγ­κα­τα­λεί­πουν τὰ ξέ­να μέ­ρη καὶ ἐ­πι­στρέ­φουν ἐ­κεῖ ἀ­π᾿ ὅ­που ξε­κί­νη­σαν. Σὲ μί­α τέ­τοι­α « κυ­κλι­κὴ» συγ­κυ­ρί­α φαί­νε­ται νὰ βρί­σκε­ται σή­με­ρα ἡ Ἑλ­λά­δα. Λί­γο ἡ οἰ­κο­νο­μι­κὴ κρί­ση καὶ οἱ ἀ­πο­λύ­σεις, λί­γο οἱ ἀ­σφυ­κτι­κοὶ ρυθ­μοὶ τῆς κα­θη­με­ρι­νό­τη­τας στὶς με­γά­λες πό­λεις, λί­γο ἡ ἀ­νάγ­κη γι­ὰ φύ­ση καὶ κα­θα­ρὸ ἀ­έ­ρα ὁ­δη­γοῦν χι­λι­ά­δες ἕλ­λη­νες στοὺς δρό­μους τῆς πα­λιν­νό­στη­σης
στὴν ὕ­παι­θρο, ἐ­πα­να­φέ­ρον­τας (ἐν μέ­ρει) τὴν πλη­θυ­σμι­α­κὴ καὶ ἀ­να­πτυ­ξι­α­κὴ ἰ­σορ­ρο­πί­α τῆς Ἑλ­λά­δας.
Πι­ὸ τυ­χε­ροὶ ἀ­νά­με­σα στοὺς πα­λιν­νο­στοῦν­τες εἶ­ναι αὐ­τοὶ ποὺ προ­έρ­χον­ται ἀ­πὸ πε­ρι­ο­χὲς ποὺ γνω­ρί­ζουν του­ρι­στι­κὴ ἀ­νά­πτυ­ξη, κα­θὼς ἡ ἐ­πι­στρο­φὴ στὸ χω­ρι­ὸ συ­νο­δεύ­ε­ται συ­νή­θως ἀ­πὸ .... με­γα­λε­πή­βο­λα ἐ­πι­χει­ρη­μα­τι­κὰ σχέ­δι­α. «Τὸ φαι­νό­με­νο τῆς ‘’­ἐ­πι­στρο­φῆς στὶς ρί­ζε­ς’’ ἐμ­φα­νί­ζε­ται κα­τ᾿ ἐ­ξο­χὴν στὴν Κε­φα­λλο­νι­ά.
Ἀρ­κεῖ νὰ ἀ­να­λο­γι­στεῖ­τε ὅ­τι τό ­1­9­81 ὁ πλη­θυ­σμὸς της ἦ­ταν 21.000 κά­τοι­κοι, ἐ­νῷ σή­με­ρα εἶ­ναι 42.000. Ἔτ­σι ἐ­νι­σχύ­θη­κε ἡ ἐ­πι­χει­ρη­μα­τι­κό­τη­τα καὶ ὁ του­ρι­σμός, ἄν­θη­σε ἡ οἰ­κο­δο­μὴ καὶ δη­μι­ουρ­γή­θη­καν θέ­σεις ἀ­πα­σχό­λη­σης» σχο­λι­ά­ζει στὸ «Βῆ­μα» ὁ νο­μάρ­χης Κε­φαλ­λη­νί­ας καὶ Ἰ­θά­κης κ. Δ. Γε­ωρ­γᾶ­τος.
Δὲν εἶ­ναι μό­νον ὁ το­μέ­ας τοῦ του­ρι­σμοῦ ὅ­μως ποὺ προ­σφέ­ρει εὐ­και­ρί­ες στοὺς πα­λιν­νο­στοῦν­τες μὲ ἐ­πι­χει­ρη­μα­τι­κὸ δαι­μό­νι­ο. Ὁ κ. Μαν­τα­σᾶς ἔ­λα­βε πρὶν ἀ­πὸ τρί­α χρό­νι­α τὴν ἀ­πό­φα­ση νὰ ἐγ­κα­τα­λεί­ψει τὴν Ἀ­θή­να ὅ­που με­γά­λω­σε καὶ τὴ θέ­ση του ὡς χρυ­σο­χό­ου σὲ γνω­στὸ οἶ­κο κο­σμη­μά­των γι­ὰ νὰ ἐ­πι­στρέ­ψει στὸν τό­πο κα­τα­γω­γῆς τοῦ πα­τέ­ρα του, τὴν Ὀ­κτω­νία­ Ἀ­λι­βε­ρί­ου Εὐ­βοί­ας. Ἐ­κεῖ ἄ­νοι­ξε τὸ δι­κό του χρυ­σο­χο­εῖ­ο καὶ ἐρ­γα­στή­ρι­ο καὶ -ὅ­πως δη­λώ­νει- ἡ ζω­ὴ του ἄλ­λα­ξε ρι­ζι­κὰ. «Ἂν καὶ ἤ­μουν εὐ­χα­ρι­στη­μέ­νος ἀ­πὸ τὶς ἀ­πο­λα­βὲς τῆς δου­λει­ᾶς μου δὲν ἄν­τε­χα τοὺς φρε­νή­ρεις ρυθ­μοὺς τῆς Ἀ­θή­νας. Στὴν ἐ­παρ­χί­α ζεῖς πι­ὸ ἤ­ρε­μα καὶ τὴν ἴ­δι­α στιγ­μὴ ἔ­χεις τὴν εὐ­και­ρί­α νὰ ἀρ­χί­σεις κά­τι δι­κό σου στὸ ὁ­ποῖ­ο ἐ­πεν­δύ­εις τὸ με­ρά­κι καὶ τὴν δη­μι­ουρ­γι­κό­τη­τά σου» σχο­λι­ά­ζει ὁ ἴ­δι­ος στὸ «Βῆ­μα».
Ὁ ἐν­θου­σι­α­σμὸς τοῦ κ. Μαν­τα­σᾶ «με­τα­δό­θη­κε» καὶ στοὺς γο­νεῖς του καὶ σύν­το­μα ὁ συν­τα­ξι­οῦ­χος στρα­τι­ω­τι­κὸς κ. Τ. Μαν­τα­σᾶς καὶ ἡ σύ­ζυ­γός του Να­τά­σα ἀ­πο­φά­σι­σαν νὰ ἀ­κο­λου­θή­σουν τὸν γυι­ό τους στὸν τό­πο ἀ­πὸ τὸν ὁ­ποῖ­ο οἱ ἴ­δι­οι εἶ­χαν φύ­γει πρὶν ἀ­πὸ τέσ­σε­ρις δε­κα­ε­τί­ες! Σή­με­ρα δη­λώ­νουν πα­νευ­τυ­χεῖς μα­κρι­ὰ ἀ­πὸ τὸ νέ­φος καὶ τὴν πί­ε­ση τῆς πρω­τεύ­ου­σας, ἐ­νῶ ἡ κ. Μαν­τα­σᾶ ἔ­χει ἕ­ναν πλέ­ον λό­γο γι­ὰ νὰ νοι­ώ­θει δη­μι­ουρ­γι­κή. «Ἐρ­γά­ζο­μαι κα­θη­με­ρι­νὰ στὸ χρυ­σο­χο­εῖ­ο τοῦ Παν­τε­λῆ καὶ μὲ γο­η­τεύ­ει τό­σο ἡ ἐ­πα­φὴ μὲ τοὺς πε­λά­τες ὅ­σο καὶ τὸ «ἐ­πι­χει­ρη­μα­τι­κὸ­» σκέ­λος τῆς δου­λει­ᾶς» σχο­λι­ά­ζει ἡ ἴ­δι­α ση­μει­ώ­νον­τας ὅ­τι στὸ πα­ρελ­θὸν εἶ­χε ἀ­σχο­λη­θεῖ μό­νο μὲ τὰ οἰ­κι­α­κὰ καὶ δὲν εἶ­χε βι­ώ­σει πα­ρό­μοι­ες ἐμ­πει­ρί­ες.
Ἡ ἐ­πι­στρο­φὴ στὶς ρί­ζες εὐ­νο­εῖ­ται καὶ ἀ­πὸ ἕ­ναν ἀ­κό­μα πα­ρά­γον­τα: τὴν κα­τα­σκευ­ὴ ὑ­πο­δο­μῶν ποὺ δι­ευ­κο­λύ­νουν τὶς με­τα­φο­ρὲς καὶ «μι­κραί­νουν» τὶς ἀ­πο­στά­σεις. Εἰ­δι­κό­τε­ρα, τὸ πα­ρα­τη­ρη­τή­ρι­ο τῆς Ἐ­γνα­τί­ας ὁ­δοῦ ἔ­χει δεί­ξει μὲ τὶς ἔ­ρευ­νές του ὅ­τι τὸ με­γά­λο αὐ­τὸ ἔρ­γο ἔ­χει λει­τουρ­γή­σει θε­τι­κὰ στὴν οἰ­κο­νο­μι­κὴ ἀ­νά­πτυ­ξη τῆς ζώ­νης ἐ­πιρ­ρο­ῆς του. Μά­λι­στα ὑ­πάρ­χουν πε­ρι­πτώ­σεις ὅ­πως αὐ­τὲς τοῦ Νο­μοῦ Ἰ­ω­αν­νί­νων καὶ Κέρ­κυ­ρας, ποὺ αὐ­ξή­θη­κε τό­σο ἡ ἀ­γο­ρα­στι­κὴ δύ­να­μη ὅ­σο καὶ ὁ ἴ­δι­ος ὁ πλη­θυ­σμός. Ἀν­τί­στοι­χα, σύμ­φω­να μὲ τὸ Εὐ­ρω­πα­ϊ­κὸ Πα­ρα­τη­ρη­τή­ρι­ο Χω­ρι­κοῦ Σχε­δι­α­σμοῦ (ΕPSON) ἡ γέ­φυ­ρα Ρί­ου-Ἀν­τιρ­ρί­ου «Χα­ρί­λα­ος Τρι­κού­πης» λει­τούρ­γη­σε εὐ­ερ­γε­τι­κὰ γι­ὰ τὸ σύ­νο­λο τῆς Πε­ρι­φέ­ρει­ας Δυ­τι­κῆς Ἑλ­λά­δας καὶ τῶν κον­τι­νῶν της νη­σι­ῶν. Τὸ ἴ­δι­ο ἰ­σχύ­ει καὶ ἀ­πὸ τὴ βελ­τί­ω­ση τῶν με­τα­φο­ρῶν στὸν χῶ­ρο τοῦ Αἰ­γαί­ου, γε­γο­νὸς ποὺ ἔ­κα­νε τὰ νη­σι­ὰ του πι­ὸ θελ­κτι­κὰ γι­ὰ ἐγ­κα­τά­στα­ση.
(2) «Ἡ ζω­ή τῆς πό­λης δέν ἦ­ταν γι­ά μέ­να»
Γι­ῶρ­γος Μω­ρα­ΐ­της
«Με­γά­λω­σα στὴν Ἀ­θή­να, μὰ κά­θε κα­λο­καί­ρι τὸ περ­νοῦ­σα στὸ σπί­τι τῆς γι­α­γι­ᾶς μου στὸ Βλυ­χό, εἶ­ναι κον­τὰ στὸ Νυ­δρὶ Λευ­κά­δας. Ἀ­νέ­κα­θεν ὑ­πῆρ­χε στὸ πί­σω μέ­ρος τοῦ μυ­α­λοῦ μου ἡ ἐ­πι­θυ­μί­α νὰ ἐγ­κα­τα­λεί­ψω τὴν ἀ­σφυ­κτι­κὴ ζω­ὴ τῆς πρω­τεύ­ου­σας, ἀλ­λὰ δι­αρ­κῶς τὸ ἀ­νέ­βα­λα. Τοὺς τε­λευ­ταί­ους μῆ­νες ὡ­στό­σο ἡ κα­τά­στα­ση εἶ­χε φτά­σει στὸ ἀ­προ­χώ­ρη­το! Οἱ ἄν­θρω­ποι κυ­κλο­φο­ροῦ­σαν σκυ­θρω­ποὶ καὶ κου­ρα­σμέ­νοι παν­τοῦ γκρί­νι­α, ἄγ­χος, πί­ε­ση καὶ δι­α­πλη­κτι­σμοί.
Ἦ­ταν πλέ­ον ξε­κά­θα­ρο: δὲν ἦ­ταν αὐ­τὴ ἡ ζω­ὴ ποὺ ἤ­θε­λα νὰ ζῶ.
Καὶ κά­πως ἔτ­σι ἔ­βα­λα πλώ­ρη γι­ὰ τὴν Λευ­κά­δα, μὲ σκο­πὸ νὰ ἀ­νοί­ξω ἕ­να κα­φὲ-μπὰρ σὲ ἕ­να πα­ρα­θα­λάσ­σι­ο οἰ­κό­πε­δο ποὺ μᾶς με­τα­βί­βα­σε ἡ οἰ­κο­γέ­νει­ά μου. Ἂν καὶ εἶ­μαι και­νούρ­γι­ος στὴν «ἐ­παρ­χι­α­κὴ ζω­ὴ­» ἔ­χω εἴ­δη ἀν­τι­λη­φθεῖ ὅ­τι οἱ ἤ­ρε­μοι ρυθ­μοὶ ἐ­πι­τρέ­πουν στοὺς ἀν­θρώ­πους νὰ ἔ­χουν ἐ­λεύ­θε­ρο χρό­νο, νὰ ἀ­σχο­λοῦν­ται μὲ τὰ χόμ­πυ τους καὶ ἐν τέ­λει νὰ νι­ώ­θουν πι­ὸ... ἰ­σορ­ρο­πη­μέ­νοι. Ταυ­τό­χρο­να, τὰ ἐ­πι­χει­ρη­μα­τι­κά μου σχέ­δι­α μὲ κρα­τοῦν δι­αρ­κῶς ἀ­πα­σχο­λη­μέ­νο, ἐ­νῷ τὸ γε­γο­νὸς ὅ­τι ἡ ψυ­χα­γω­γί­α δὲν ἀ­παι­τεῖ τό­σα ἔ­ξο­δα ὅ­σα στὴν πρω­τεύ­ου­σα μοῦ ἐ­πι­τρέ­πει νὰ ἀ­πο­τα­μι­εύ­σω γρή­γο­ρα τὸ ἀ­ναγ­καῖ­ο κε­φά­λαι­ο γι­ὰ νὰ τὰ ὑ­λο­ποι­ή­σω».
(3) «Ἡ εὐ­τυ­χί­α βρί­σκε­ται στὰ ἁ­πλὰ πράγ­μα­τα»
Μά­κης Σπα­νός, Μα­ρί­α Ἰ­ω­αν­νί­δου καὶ Κων­σταν­τί­α
«Ζοῦ­με στὴν Ἰ­κα­ρί­α ἐ­δῶ καὶ δύ­ο χρό­νι­α καὶ ἔ­χου­με ἀν­τι­λη­φθεῖ ὅ­τι ἡ ζωή­ στὸ νη­σὶ δὲν κι­νεῖ­ται ἁ­πλῶς σὲ δι­α­φο­ρε­τι­κούς, ἀλ­λὰ «δι­δά­σκει» στὸν ἄν­θρω­πο μί­α και­νούρ­γι­α φι­λο­σο­φί­α ζω­ῆς. Ἐ­δῶ δὲν ὑ­φί­στα­ται ὁ ὑ­περ­κα­τα­να­λω­τι­σμὸς τῆς πό­λης καὶ οἱ ἄν­θρω­ποι ἐ­πεν­δύ­ουν στὰ ἁ­πλὰ πράγ­μα­τα, στὶς οἰ­κο­γε­νει­α­κὲς στιγ­μές, στοὺς φί­λους, στὴν ἐ­πα­φὴ μὲ τὴ φύ­ση. Ἀ­νοί­ξα­με ἕ­να μπα­ρά­κι στὸν Χρι­στὸ Ρα­χῶν, καλ­λι­ερ­γοῦ­με τοὺς ἀμ­πε­λῶ­νες τῆς οἰ­κο­γέ­νει­ας καὶ πα­ρά­γου­με τὸ δι­κό μας κρα­σί, ἐ­νῷ στὸ μέλ­λον σχε­δι­ά­ζου­με νὰ ἀ­σχο­λη­θοῦ­με καὶ ἐ­παγ­γελ­μα­τι­κὰ μὲ τὴν οἰ­νο­ποι­ΐα. Ἐ­δῶ γεν­νή­θη­κε καὶ ἡ κό­ρη μας καὶ εἴ­μα­στε πα­νευ­τυ­χεῖς ποὺ θὰ ἔ­χει τὴν εὐ­και­ρί­α νὰ με­γα­λώ­σει σὲ ἕ­να κα­θα­ρὸ καὶ πα­νέ­μορ­φο πε­ρι­βάλ­λον, ἀ­νά­με­σα στὸ βου­νὸ καὶ στὴ θά­λασ­σα, ἀν­τὶ νὰ βρί­σκε­ται κλει­σμέ­νη στοὺς τέσ­σε­ρις τοί­χους ἑ­νὸς δι­α­με­ρί­σμα­τος τῆς πρω­τεύ­ου­σας. Σί­γου­ρα ὑ­πάρ­χουν δυ­σκο­λί­ες, κυ­ρί­ως τὸν χει­μώ­να μὲ τὴν ἔν­το­νη ὑ­γρα­σί­α καὶ τοὺς ἰ­σχυ­ροὺς ἀ­νέ­μους. Ὅ­μως ἕ­να πο­τή­ρι κρα­σὶ καὶ κα­λὴ πα­ρέ­α δί­πλα στὸ τζά­κι ἀρ­κοῦν γι­ὰ νὰ νι­ώ­θεις γε­μᾶ­τος - καὶ νὰ σοῦ λεί­ψει ἡ ἐ­πα­φὴ μὲ τὸν «­ἔ­ξω κό­σμο» ὑ­πάρ­χει πάν­τα τὸ ADSL, ποὺ ἐ­πι­τέ­λους ἦρ­θε καὶ στὸ νη­σί μας!».
Ἐ­φημ. «Τό Βῆ­μα τῆς Κυ­ρι­α­κῆ­ς»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου