Τετάρτη 18 Νοεμβρίου 2015

Ο εφιάλτης του 3ου Παγκοσμίου

Οι περισσότεροι θεωρούν πως το βασικό πρόβλημα είναι το μεταναστευτικό, ιδίως μετά από τις τρομοκρατικές επιθέσεις στη Γαλλία – ο πλανήτης κινδυνεύει όμως από τις οικονομικές ασυμμετρίες που καταλήγουν συνήθως σε πολέμους.
(To άρθρο αποτελείται από 2 Σελίδες)
Η πρώτη αντίδραση του προέδρου Putin, μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι, ήταν σχετικά με αυτόν που έχει «κινήσει τα νήματα», με κριτήριο το ποιός έχει συμφέρον – μη αποδεχόμενος ίσως πως η ισλαμική ISIS ήταν ο πραγματικός οργανωτής των χτυπημάτων, έχοντας χρησιμοποιηθεί ως «εργαλείο» από άλλους.
Διαπιστώνοντας δε πως το αποτέλεσμα θα είναι η μαζική εισβολή του ΝΑΤΟ στη Μέση Ανατολή, την οποία επεδίωκαν οι αντίπαλοι του Αμερικανού προέδρου, οι νέοι συντηρητικοί (New cons) μαζί με τις μυστικές υπηρεσίες, δεν μπορεί κανείς να μη δώσει σημασία στο ερώτημα του Ρώσου – ειδικά μετά το βίντεο που φαίνεται πως έδωσε στη δημοσιότητα η ISIS (πηγή), απειλώντας τις Η.Π.Α., αν και πρέπει να εξετασθούν όλες οι άλλες συνέπειες.
Μία από αυτές είναι αναμφίβολα το ερμητικό κλείσιμο των ευρωπαϊκών συνόρων που προγραμματίζεται από πολλά κράτη – γεγονός που θα φέρει σε πάρα πολύ δύσκολη θέση την Ελλάδα, η οποία θα κινδυνεύσει να μετατραπεί σε ένα αχανές στρατόπεδο συγκέντρωσης μεταναστών που θα μπορούσε να οδηγήσει στον αφελληνισμό της.
Μία άλλη είναι οι πολιτικές επιθέσεις που δέχεται η γερμανίδα καγκελάριος, μεταξύ άλλων από τα συνεχώς ενισχυόμενα εθνικιστικά κινήματα στη χώρα της – ενώ μία τρίτη η επιβολή αστυνομικών καθεστώτων σε πολλά κράτη, καθώς επίσης η άνοδος των ακροδεξιών κομμάτων, πριν από όλα στην ίδια τη Γαλλία.
Με δεδομένο δε το ότι, η κυρία Le Pen τοποθετείται εναντίον του ευρώ, η επόμενη συνέπεια θα ήταν η διάλυση της Ευρωζώνης – ενδεχομένως για να ενωθεί ξανά «υπό τη σκέπη» του οικονομικού ΝΑΤΟ, με κοινό νόμισμα το δολάριο (διαπιστώνοντας πως η ισοτιμία του πλησιάζει το 1:1 σε σχέση με το ευρώ). Η πιθανότητα αποχώρησης της Βρετανίας τώρα από την ΕΕ, ίσως ενισχύσει την τάση – ενώ δεν είναι καθόλου απίθανο να επιταχύνει τις εξελίξεις.
Από την άλλη πλευρά, δεν πρέπει να ξεχνάει κανείς τις πιέσεις που δέχονται οι χώρες παραγωγής ενέργειας και πρώτων υλών, από τις χαμηλές τιμές που έχουν επικρατήσει – κυρίως η Ρωσία, η οποία δεν πρόκειται να αντέξει οικονομικά για πολύ καιρό ακόμη, έχοντας επί πλέον να αντιμετωπίσει τις κυρώσεις της Δύσης, καθώς επίσης το κόστος του πολέμου στη Συρία.
Τέλος, είναι σημαντικά τα χρηματοπιστωτικά προβλήματα των αναπτυσσομένων και αναδυομένων οικονομιών (Βραζιλία, Τουρκία κλπ.), από το ισχυρό δολάριο – ενώ η κρίση της Κίνας ευρίσκεται ακόμη στο ξεκίνημα της.
Σε γενικές γραμμές λοιπόν, ο πλανήτης είναι ένα καζάνι που βράζει, ενώ όλες οι χώρες προσπαθούν να βρουν απεγνωσμένα διέξοδο – οπότε έχουν ήδη δημιουργηθεί οι ιδανικές προϋποθέσεις ενός παγκοσμίου πολέμου, ο οποίος θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή να ξεκινήσει από οπουδήποτε, με οποιαδήποτε αφορμή.
Το δικό μας πεδίο γνώσεων όμως αφορά την παγκόσμια Οικονομία – οπότε θεωρούμε σκόπιμο να επικεντρωθούμε εκεί, τονίζοντας πως οι οικονομικές ασυμμετρίες είναι αυτές που προκαλούν τις μεγάλες κρίσεις, οι οποίες ενίοτε οδηγούν σε πολέμους. Στα πλαίσια αυτά τα εξής:

Το πρόβλημα των μηδενικών επιτοκίων

Το δυτικό υπερωκεάνιο έχει ουσιαστικά προσαράξει σε μία επικίνδυνη ξέρα – αφού τόσο στις Η.Π.Α., όσο στην Ευρωζώνη και στην Ιαπωνία, τα βασικά επιτόκια έχουν φτάσει στο μηδέν (γράφημα), με ελάχιστες προοπτικές «αποκόλλησης» τους. Ως εκ τούτου, είμαστε αντιμέτωποι με το πρόβλημα του «μηδενικού κατωτάτου ορίου» (Zero Lower Bound – ZLB) – με εκείνο το μακροοικονομικό αδιέξοδο δηλαδή που προκύπτει, όταν το βραχυπρόθεσμο ονομαστικό επιτόκιο είναι ίσο ή κοντά στο μηδέν.

Το γεγονός αυτό οδηγεί μία Οικονομία στην παγίδα ρευστότητας, ενώ περιορίζει σε μεγάλο βαθμό τις δυνατότητες της εκάστοτε κεντρικής τράπεζας να τονώσει την ανάπτυξη – κάτι που συνέβη στην Ιαπωνία τη δεκαετία του 1990, καθώς επίσης στις Η.Π.Α. πρόσφατα, με την κρίση των ενυπόθηκων δανείων χαμηλής εξασφάλισης.
Από την άλλη πλευρά ο M. Friedman έχει υποστηρίξει πως το μηδενικό ονομαστικό επιτόκιο δεν δημιουργεί κανένα πρόβλημα στη νομισματική πολιτική – αφού μία κεντρική τράπεζα μπορεί να αυξήσει τη βασική ποσότητα χρήματος, συνεχίζοντας να αγοράζει ομόλογα. Όπως συμβαίνει δηλαδή με την πολιτική της ποσοτικής διευκόλυνσης (QE) που έχει εγκαινιάσει η Fed – ακολουθούμενη αμέσως μετά από την Τράπεζα της Ιαπωνίας, καθώς επίσης από την ΕΚΤ.
Ο ίδιος αναφέρθηκε στο παράδειγμα του μοιράσματος χρημάτων με ελικόπτερο στους καταναλωτές, με στόχο την τόνωση της ζήτησης – με την έννοια πως μία κεντρική τράπεζα μπορεί να χρηματοδοτήσει απ’ ευθείας τα νοικοκυριά, όταν οι εμπορικές τράπεζες μειώνουν ή δεν αυξάνουν την παροχή δανείων προς την πραγματική οικονομία. Εν τούτοις, δύσκολα μπορεί να πεισθεί κανείς ότι θα δοκιμασθεί στην πράξη η θεωρία του – οπότε παραμένουμε σε αυτήν που έχει υιοθετηθεί (QE).
Συνεχίστε στη 2η σελίδα (…)

Οι νομισματικές ασυμμετρίες

Περαιτέρω, είναι φανερό πως η παγκόσμια οικονομία υποφέρει συνολικά από μία αδύναμη ζήτηση – ενώ η τόνωση της, μέσω των χαμηλών βασικών επιτοκίων, είναι αδύνατη, αφού είναι ήδη μηδενικά, με εξαίρεση ίσως την, περιορισμένης δυνατότητας, τοποθέτηση τους σε αρνητικά επίπεδα.
Όσον αφορά δε την ενίσχυση της ζήτησης μέσω της αύξησης των δημοσίων δαπανών, όπως προτείνει το ΔΝΤ (περισσότερες κρατικές επενδύσεις σε έργα υποδομής), δεν είναι εφικτή, λόγω της υπερχρέωσης πολλών χωρών (άρθρο) – ενώ η επίδραση των μη συμβατικών μέτρων των κεντρικών τραπεζών (αύξηση της ποσότητας χρήματος μέσω της αγοράς ομολόγων, αρνητικά επιτόκια), δεν ήταν η αναμενόμενη. Τα μέτρα αυτά επηρέασαν κυρίως τις αγορές κεφαλαίων (χρηματιστήρια), καθώς επίσης τα νομίσματα, προκαλώντας την υποτίμηση τους.
Η υποτίμηση τώρα του εκάστοτε νομίσματος έχει στόχο την «απομύζηση» της ζήτησης άλλων νομισματικών περιοχών, μέσω της αύξησης των εξαγωγών – έτσι ώστε να ενισχυθεί η εγχώρια ζήτηση από την ξένη. Εν τούτοις, πρόκειται για ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος – αφού αυτά που κερδίζει η μία νομισματική ζώνη, είναι ίσα με εκείνα που χάνει η άλλη.
Όπως τεκμηρίωσε δε πρόσφατα μία μελέτη (πηγή), οι διεθνείς ροές κεφαλαίων ενισχύουν την τάση του υποτιμητικού νομισματικού ανταγωνισμού μεταξύ των διαφόρων χωρών, ειδικά σε εποχές χαμηλών επιτοκίων – οδηγώντας σε επικίνδυνους συναλλαγματικούς πολέμους.
Στο γράφημα που ακολουθεί φαίνεται η θετική ή αρνητική εξέλιξη του ευρώ, του γεν και του γουάν, απέναντι στο δολάριο, από τον Ιανουάριο του 2007 – ειδικά μετά την υιοθέτηση της πολιτικής ποσοτικής διευκόλυνσης εκ μέρους της Ιαπωνίας (Abenomics), καθώς επίσης της ΕΚΤ (QE).

Περαιτέρω, αυτά που ευρίσκονται σε μειονεκτική θέση είναι τα παγκόσμια αποθεματικά νομίσματα, ειδικά όσα θεωρούνται «ασφαλή λιμάνια», όπως το δολάριο και το ελβετικό φράγκο – επειδή εμφανίζονται ελκυστικά, όσον αφορά το μικρότερο κίνδυνο απώλειας της αγοραστικής τους αξίας.
Στα πλαίσια αυτά, όσο παραμένουν οι αμφιβολίες σε σχέση με την παγκόσμια ανάπτυξη, καθώς επίσης με το μέλλον της Ευρωζώνης (οι προοπτικές της οποίας επιδεινώθηκαν από την τρομοκρατική επίθεση στο Παρίσι, ενώ ευρισκόταν ήδη σε οριακό επίπεδο λόγω της κρίσης χρέους των χωρών του ευρωπαϊκού νότου), τα νομίσματα που θεωρούνται ασφαλή λιμάνια συνεχίζουν να ανατιμώνται – προκαλώντας μεγάλα προβλήματα στα ισοζύγια των χωρών τους.
Επίσης στις κεντρικές τράπεζες, οι οποίες θα πρέπει να αγοράζουν μεγάλες ποσότητες ξένου συναλλάγματος για να εμποδίζουν την ανατίμηση – ειδικά στη Fed, η οποία θέλει μεν να αυξήσει τα βασικά της επιτόκια, αλλά εύλογα διστάζει λόγω των παραπάνω προβληματισμών.

Τα μη ισορροπημένα ισοζύγια

Συνεχίζοντας, όπως τεκμηριώνεται από το γράφημα που ακολουθεί, οι παγκόσμιες κρίσεις ήταν ανέκαθεν το αποτέλεσμα των ανισορροπιών στα ισοζύγια εξωτερικών συναλλαγών, τα οποία επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από τις ισοτιμίες των νομισμάτων – με το ζενίθ τους τη χρονική περίοδο πριν από το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008. Έκτοτε έχουν βέβαια μειωθεί οι διαφορές σε κάποιο βαθμό, παραμένοντας όμως αρκετά μεγάλες, συγκριτικά με την εικοσαετία 1980-2000.

Σύμφωνα τώρα με το γράφημα οι Η.Π.Α., καθώς επίσης ο «υπόλοιπος κόσμος», στηρίζουν (ισοσκελίζουν) τα πλεονάσματα της Ευρωζώνης, της Ιαπωνίας, των χωρών παραγωγής πετρελαίου, της Κίνας, καθώς επίσης των συγκεκριμένων αναπτυσσομένων οικονομιών – ενώ τυχόν άνοδος της ισοτιμίας του δολαρίου, λόγω της αύξησης των βασικών επιτοκίων, θα επιδεινώσει ακόμη περισσότερο το αμερικανικό ισοζύγιο.
Συμπεραίνει λοιπόν κανείς λογικά πως δεν θα το επιτρέψουν οι Η.Π.Α. – πόσο μάλλον αφού είναι υπερχρεωμένος τόσο ο δημόσιος, όσο και ο ιδιωτικός τους τομέας. Ο τρόπος όμως που δεν θα το επιτρέψουν δεν είναι σαφής – αφού αδυνατούν να το κάνουν μέσω της «ειρηνικής» νομισματικής πολιτικής.

Η Ευρωζώνη

Σε αντίθεση τώρα με τις Η.Π.Α., η Ευρωζώνη κατάφερε να μετατρέψει τα ελλείμματα της σε πλεονάσματα – κάτι που όμως αφορά κυρίως τη Γερμανία, αφού αυτή έχει τη μερίδα του λέοντος σε απόλυτα μεγέθη (+8,5% του ΑΕΠ της το 2015, πλησίον των 250 δις €).
Η «ανατροπή» αυτή στηρίχθηκε αφενός μεν στη μείωση της ισοτιμίας του ευρώ, η οποία ωφέλησε σχεδόν μόνο τη Γερμανία, αμέσως μετά την Ολλανδία, αφετέρου στην πολιτική λιτότητας που επιβλήθηκε στις ελλειμματικές χώρες – μέσω της οποίας αναγκάσθηκαν να περιορίσουν τις εισαγωγές τους, αδυνατώντας μεταξύ άλλων να τις χρηματοδοτήσουν.
Το γεγονός αυτό, έχει κλιμακώσει σε μεγάλο βαθμό τις ανισορροπίες εκτός και εντός της νομισματικής ένωσης – οδηγώντας στο νομοτελειακό συμπέρασμα, σύμφωνα με το οποίο δεν είναι δυνατή η επιβίωση του ευρώ, με τη Γερμανία μέλος του, ενώ οι κίνδυνοι διακρατικών εντάσεων έχουν αυξηθεί κατακόρυφα, με επόμενο στάδιο τις συγκρούσεις.
Επειδή τώρα η επιστροφή όλων των χωρών μαζί στα εθνικά νομίσματα δεν είναι πλέον εφικτή, λόγω της αλματώδους αύξησης των χρεών πολλών κρατών, ενώ δεν είναι καθόλου εύκολη η «κατάργηση» του ευρώ για το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, δεν αποτελεί λύση η διάλυση της Ευρωζώνης – οπότε είτε θα πρέπει η Γερμανία να μειώσει δραστικά τα πλεονάσματα της, είτε να μετατραπεί η Ευρωζώνη σε μία ομοσπονδιακή ένωση, όπου τα πλεονάσματα της μίας χώρας θα καλύπτουν τα ελλείμματα της άλλης, είτε απλά να αποχωρήσει η Γερμανία (ανάλυση).
Σε κάθε περίπτωση, το 8,5% πλεόνασμα της Γερμανίας είναι τρομακτικό, ενώ τεκμηριώνει πως η Ευρωζώνη αποτελεί πλέον ένα αρρωστημένο σύστημα. Πιστοποιεί επίσης πως η Γερμανία χρειάζεται ένα διαφορετικό νόμισμα, για να θεραπευθούν οι ανισορροπίες, όπως πολλά από τα υπόλοιπα κράτη – κυρίως η Γαλλία, η Ισπανία και η Ιταλία, αφού οι μικρότερες χώρες δεν έχουν μεγέθη που θέτουν σε κίνδυνο το σύνολο.

Επίλογος

Ολοκληρώνοντας, είναι κάτι περισσότερο από δύσκολη η εύρεση μίας λύσης, η οποία να αντιμετωπίζει ορθολογικά τα οικονομικά προβλήματα όλων των χωρών μαζί – αφού είναι διαφορετικά μεταξύ τους, ενώ η λύση για τη μία χώρα προκαλεί νομοτελειακά δυσχέρειες στην άλλη.
Επομένως, από ένα σημείο και μετά, ίσως χαθεί εντελώς ο έλεγχος, με οδυνηρές συνέπειες για την ειρήνη και τον πλανήτη – κάτι που φυσικά ευχόμαστε και ελπίζουμε να αποφευχθεί, χωρίς όμως να βλέπουμε πώς θα συνέβαινε κάτι τέτοιο.

Analyst Team

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου