Του Μάκη Ι. Τσαπόγα M.D., D.Sc. M.CH., F.A.C.S., PH.D. (HON), D.M. (HON),
καθηγητού αγγειακών παθήσεων, Ακαδημαϊκού (Ο.Μ.), F. διευθυντού R.M.E.C
Το επίπεδο της ιατρικής περιθάλψεως μιας χώρας έχει άμεση σχέση με τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, την πολιτική της στάθμη, τη νοοτροπία και ψυχοσύνθεση των κατοίκων της. Παρά τις διαφορές μεταξύ των κρατών, υπάρχουν και κοινοί θεμελιώδεις στόχοι.Όλοι επιδιώκουν την βελτίωση της ποιότητας της ζωής σε όλες τις διαστάσεις της, που η βασική προϋπόθεσή της είναι η διατήρηση καλής υγείας. Συντελεί επίσης σε μεγαλύτερη αποδοτικότητα και οικονομική ευρωστία του πληθυσμού.
Χρησιμοποιούμε τον όρο Ιατρική Εκπαίδευση με την ευρύτερη έννοια, που περιλαμβάνει όχι μόνο τους ιατρούς και άλλους σημαντικούς κλάδους υγείας, αλλά κατ’ επέκταση και την γενικότερη ενημέρωση του κοινωνικού συνόλου σε θέματα υγείας.
Οι ανάγκες και προτεραιότητες μιας χώρας στον τομέα της υγείας, είναι απαραίτητο να καθορισθούν αρχικά, για να διαμορφωθεί το καλύτερο δυνατό ιατρικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα.
Τα διάφορα στάδια που επακολουθούν, βασίζονται σ’ αυτά τα δεδομένα.
Θα εκφραστούν παράλληλα προσωπικές παρατηρήσεις και κρίσεις. Όλα αυτά δεν αφορούν απαραίτητα τις συνθήκες που επικρατούν στην Ελλάδα, ούτε οι εισηγήσεις θεωρούνται πως αυτόματα είναι όλες άμεσα εφαρμόσιμες.
Αλλαγές ενός εκπαιδευτικού προγράμματος πραγματοποιούνται σταδιακά και βασίζονται στα δημογραφικά στοιχεία, τη νοσηρότητα και θνησιμότητα, το διαθέσιμο ανθρώπινο δυναμικό και το επίπεδο της υποδομής.
Μεταμόσχευση ενός ορισμένου συστήματος από μία χώρα σε μία άλλη με διαφορετική σύνθεση, δεν θα δώσει ικανοποιητικά αποτελέσματα.
Η μελέτη όμως των διαφόρων συστημάτων μπορεί να αποτελέσει ερέθισμα για την εκτίμηση υπάρχοντος προγράμματος και πιθανή αναθεώρηση και αναπροσαρμογή όχι μόνον του περιεχομένου του, αλλά και της μεθόδου που εφαρμόζεται.
Η ανανέωση ενός ιατρικού εκπαιδευτικού προγράμματος περιλαμβάνει βραχυπρόθεσμους, μεσοπρόθεσμους κα μακροπρόθεσμους στόχους, βασισμένους πάντοτε σε σαφή πραγματοποιήσιμα δεδομένα.
Η ανάπτυξή τους αρχίζει από το Πανεπιστήμιο, χρειάζεται όμως παράλληλα την ενεργό συμμετοχή και άλλων παραγόντων, όπως Επιστημονικών Εταιριών, της Πολιτείας, Νομοθετών και συναφών Οργανισμών.
Με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζεται όχι μόνον η ανταλλαγή χρήσιμων απόψεων, αλλά μπορεί να συμβάλλει και στο στάδιο της υλοποιήσεως.
Η ανανέωση του κύκλου σπουδών, για να έχει αποφασιστική επίδραση στην βελτίωση της υγείας, πρέπει να περιλαμβάνει, εκτός των ιατρικών ειδικοτήτων, και συναφείς σημαντικούς κλάδους, όπως των νοσηλευτριών, κοινωνικών λειτουργών, του διοικητικού προσωπικού Νοσοκομείων, φυσιοθεραπευτών, διαιτολόγων και παρασκευαστών εργαστηρίων.
Η εκρηκτική ανάπτυξη των Βιοϊατρικών Επιστημών οδήγησε στη δημιουργία νέων ειδικοτήτων και υποειδικοτήτων της Ιατρικής, που μπορούν να εξασφαλίσουν την καλύτερη δυνατή αντιμετώπιση ειδικών παθήσεων.
Η διαμερισματοποίηση όμως αυτή, σε ορισμένες χώρες προκαλεί δυσκολία στους ασθενείς για εξεύρεση ιατρού που να παρέχει γενική μέριμνα σε συνεχιζόμενη βάση.
Τα διάφορα συστήματα ιατρικής εκπαιδεύσεως βασίζονται σε πολλούς παράγοντες και είναι σημαντικό να επανεξετάζονται περιοδικά και να προσαρμόζονται ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες.
Η ιατρική μέριμνα για το κοινωνικό σύνολο είναι εξίσου σημαντική με αυτή που αφορά το κάθε άτομο εξειδικευμένα.
Ο κύκλος σπουδών πρέπει να παρέχει ευρεία γνώση που να καλύπτει τις ανάγκες όλων, σε ατομική και κοινωνική βάση, από την αρχή της ζωής μέχρι την συμπλήρωση του βιολογικού κύκλου.
Η πρόοδος των διαγνωστικών και θεραπευτικών μεθόδων συνέβαλε, μαζί με άλλους παράγοντες και στην παράταση της ζωής στις περισσότερες χώρες.
Παράλληλα όμως, οι δαπάνες για την ιατρο-χειρουργική περίθαλψη αυξάνονται ραγδαία.
Αυτό δημιουργεί δυσκολίες, ακόμη και στα οικονομικά εύρωστα κράτη.
Το δίλημμα είναι τι ποσοστό του προϋπολογισμού μπορεί να διατεθεί για την υγεία, σε αντιπαράθεση με άλλες βασικές κοινωνικές ανάγκες, όπως η εκπαίδευση και η αντιμετώπιση της ανεργίας.
Υπερβολική χρήση εργαστηριακών εξετάσεων, όχι απαραίτητη εισαγωγή σε Νοσοκομείο, διαδοχικές επαναληπτικές επισκέψεις σε πολλούς ειδικούς για το ίδιο νόσημα, εκτός από την σημαντική αύξηση των εξόδων, έχουν και άλλες αρνητικές επιπτώσεις.
Πανεπιστήμια, Ιδρύματα και άτομα που είναι γνωστά για το υψηλό επίπεδο και την αντικειμενικότητά τους, μπορούν να παίζουν επίσης συμβουλευτικό και σταθεροποιητικό ρόλο και για γενικά θέματα.
Ο ασθενής είναι το επίκεντρο της ομάδας υγείας. Η σωστή ενημέρωση και ο θετικός προσανατολισμός στο θέμα της υγείας του, με ουσιαστική υποστήριξη από τον ιατρό και την οικογένειά του, μπορούν να συμβάλλουν σημαντικά στην διατήρηση ή βελτίωση της υγείας του.
Προσωπικό ενδιαφέρον και κατανόηση του ιατρού για τον ασθενή, είναι προσόντα εξίσου σημαντικά με την επιστημονική του κατάρτιση.
Η ενημέρωση του ασθενούς πρέπει να είναι ανάλογη με το μορφωτικό επίπεδο και την ψυχολογική του κατάσταση.
Επιπρόσθετες πληροφορίες για την σοβαρότητα της παθήσεώς του, εάν χρειάζονται, δίνονται στους άμεσους συγγενείς. Το ιατρικό απόρρητο πρέπει να τηρείται αυστηρά, όπως και ο σεβασμός για τον ασθενή, με σωστή αντιμετώπιση της ευάλωτης θέσεως που βρίσκεται.
Οι αρχές της Ιατρικής Ηθικής και Δεοντολογίας που εγκαθιδρύθηκαν από τον Ιπποκράτη και τους μαθητές του πριν από δυόμιση χιλιάδες (2.500) χρόνια περίπου, είναι βασικής σημασίας. Η εντυπωσιακή πρόοδος της Ιατρικής, με τα θετικά αποτελέσματά της, δημιούργησε και σειρά διλημμάτων, όπως την παράταση της ζωής με τεχνητά μέσα, τα όρια παρεμβάσεως της Γενετικής και Μοριακής Βιολογίας, όπως και ευαίσθητα θέματα, σχετιζόμενα με ειδικές περιπτώσεις αναπαραγωγικότητας και την μεταμόσχευση οργάνων. Για τα προβλήματα αυτά υπάρχουν διεθνείς κανονισμοί και επιπρόσθετοι ειδικοί κατά χώρα και περιοχή, νόμοι και διατάξεις. Περιοδική αναπροσαρμογή των αρχών αυτών, είναι απαραίτητη γιατί προκύπτουν κατά καιρούς νέα θέματα.
Τα Συμβούλια Βιο- Ηθικής σε Νοσοκομεία και άλλους συναφείς Οργανισμούς, μελετούν και κάνουν υποδείξεις σε γενικά προβλήματα και για ειδικές περιπτώσεις. Η συμβολή ενός ανάλογα εκπαιδευμένου ιατρού, είναι πολύτιμη.
Οι γνώσεις του ιατρού πρέπει διαρκώς να ανανεώνονται και γι’ αυτό σε ορισμένες χώρες έχουν ήδη καθορισθεί περιοδικές επανεξετάσεις, ως απαραίτητη προϋπόθεση για την συνέχιση της εργασίας του. Αυτό βαθμιαία επεκτείνεται και στους άλλους κλάδους υγείας. Προσωπικά φρονούμε πως είναι προτιμότερο αυτό να γίνεται σε εθελοντική βάση, με παράλληλη παροχή αναλόγων κινήτρων.
Η έρευνα στις Βιοϊατρικές Επιστήμες προσθέτει νέες γνώσεις για καλύτερη διάγνωση και θεραπεία και οξύνει το κλινικό κριτήριο. Γι’ αυτό το λόγο, σε όλους τους εκπαιδευομένους πρέπει να δίνονται δυνατότητες για συμμετοχή τους στην έρευνα, με ενθάρρυνση από κοινού κλινικών και εργαστηριακών ειδικοτήτων.
Επέκταση της έρευνας και στην αξιολόγηση και βελτίωση όλων των σταδίων των ιατρικών σπουδών, είναι απαραίτητη. Δημιουργία Κέντρων Μελετών για την Ιατρική Εκπαίδευση είναι αποφασιστικής σημασίας.
Σ’ αυτά εξετάζονται αντικειμενικά πολλοί παράγοντες, μεταξύ των οποίων η εφαρμογή των συμπερασμάτων από εμπεριστατωμένες συγκριτικές εργασίες μεταξύ της παραδοσιακής και νεότερων συστημάτων εκπαιδεύσεως.
Τα Κέντρα αυτά μπορούν να συμβάλλουν στην καλύτερη κατάρτιση των ιατρών και συναφών ιατρικών κλάδων. Τα πρότυπα αυτά προγράμματα, ανάλογα προσαρμοσμένα, μπορούν να βοηθήσουν ουσιαστικά και άλλα Πανεπιστήμια της περιοχής.
Η δομή των τριών σταδίων της ιατρικής εκπαιδεύσεως, της Προπτυχιακής, Μεταπτυχιακής και Συνεχιζόμενης, έχει ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά. Τα στοιχεία αυτά, μεταξύ άλλων, είναι ο προσδιορισμός των αναγκών της περιοχής, τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της εκπαιδεύσεως, όπως η θεωρητική γνώση, εμπειρία και σωστή νοοτροπία, οι αρχές εκμαθήσεως των ενηλίκων, η αξιολόγηση των εκπαιδευομένων και των προγραμμάτων και η υποδομή σε ανθρώπινο δυναμικό και τεχνικό εξοπλισμό, με επίκεντρο το εκπαιδευτικό συγκρότημα, είναι απαραίτητα και για την ιατρική μέριμνα.
Παράλληλα, προβληματισμός και αξιολόγηση της ανάγκης για ανανέωση του κύκλου σπουδών, είναι απαραίτητα και για τα άλλα ιατρικά επαγγέλματα, γιατί έχουν κοινή βάση και στόχους, παρόλο ότι το περιεχόμενό τους διαφέρει.
Το σύστημα εκπαιδεύσεως βασίζεται στις αρχές της εκμαθήσεως των ενηλίκων. Οι στόχοι του είναι: Επίγνωση για απόκτηση θεωρητικής γνώσεως και ανατροφοδότηση με πληροφορίες για επίλυση προβλημάτων. Απόκτηση εμπειρίας με επαναληπτική προσπάθεια και πραγματική αξιολόγηση, επίσης συγκέντρωση πληροφοριών και δημογραφική ανάλυση. Ανάπτυξη θετικής νοοτροπίας, που υποβοηθούμενη από διδασκάλους που εμπνέουν σεβασμό και εμπιστοσύνη και αποτελούν παράδειγμα για μίμηση.
Υπάρχουν διάφορα συστήματα εκπαιδεύσεως: Το παραδοσιακό, είναι το επικρατέστερο, που ορισμένες βασικές αρχές του παραμένουν χρήσιμες κα εφαρμόσιμες.
Στα αρνητικά στοιχεία, που αποτελούν θέμα για προβληματισμό και αναπροσαρμογή, συγκαταλέγονται: Η πολύωρη διδασκαλία, οι πολυπληθείς τάξεις, η παθητική εκμάθηση, η καθυστερημένη απόκτηση κλινικής εμπειρίας και η ανεπαρκής προσωπική επικοινωνία με τους διδάσκοντες.
Από τις βασικότερες προϋποθέσεις καλής εκπαιδεύσεως είναι οι σωστοί διδάσκαλοι. Κριτήρια για τον διορισμό τους δεν πρέπει να βασίζονται, όπως συνήθως συμβαίνει, μόνον στην συμβολή τους στην έρευνα, την κλινική εμπειρία και σε άλλες παραμέτρους, αλλά και στην ικανότητα και αφοσίωσή τους για διδασκαλία. Οι ιδιότητες αυτές αποκτούνται με προσπάθεια, μελέτη και εμπειρία.
Η σωστή εκπαίδευση πρέπει να παρέχει τις απαραίτητες γνώσεις για την άσκηση του λειτουργήματός τους. Κλινικά θέματα που ενδιαφέρουν προσωπικά τους διδάσκοντες, δεν πρέπει να επηρεάζουν την διαμόρφωση του όλου προγράμματος. Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να δρουν ακόμη και ως τροχοπέδη, εάν περιορίζουν την ενεργό συμμετοχή του εκπαιδευόμενου.
Τα καθήκοντα των μελών της Επιτροπής Εκπαιδεύσεως και των διδασκόντων, περιλαμβάνουν την καθιέρωση ικανοποιητικού επιπέδου κύκλου σπουδών, καθορισμό στόχων, περιοδική ενημέρωση του ειδικευόμενου για την επίδοσή του και να συμβάλλουν, ώστε να διαπιστώνει τα σημεία στα οποία υστερεί και να προσπαθεί να τα επιλύσει.
Τα νέα εκσυγχρονισμένα προγράμματα επιδιώκουν ταυτόχρονη απόκτηση θεωρητικής γνώσεως, εμπειρίας και σωστής νοοτροπίας, ανάπτυξη επιστημονικής σκέψεως και ισότιμη έμφαση στην πρόληψη και θεραπεία. Σημαντική είναι επίσης η συνύφανση των βασικών, κλινικών και κοινωνικών επιστημών, η συμμετοχή του σπουδαστού από τα αρχικά στάδια στην άμεση μέριμνα των ασθενών, γνώση της πληροφορικής και της νέας τεχνολογίας.
Η αξιολόγηση των εκπαιδευομένων δεν πρέπει να βασίζεται μόνον στις γνώσεις τους, αλλά και στην εμπειρία και σωστή νοοτροπία. Παράλληλα, το εκπαιδευτικό πρόγραμμα πρέπει να αξιολογείται κατά περιοδικά διαστήματα και ανάλογα με τα ευρήματα, να γίνονται βελτιώσεις και αναπροσαρμογές.
Αρχές Εξειδικεύσεως
Για την απόκτηση της κατά το δυνατόν καλύτερης εκπαιδεύσεως, προτιμάται η κυκλική μετακίνηση των ειδικευομένων μεταξύ Τμημάτων του Τριτοβάθμιου Πανεπιστημιακού και άλλων καλά οργανωμένων και αρμονικά συνεργαζομένων δευτεροβάθμιων Νοσοκομείων. Το κλινικό επίπεδο, πρέπει να είναι ικανοποιητικό και το εκπαιδευτικό προσωπικό να έχει την ανάλογη πείρα, γνώση και διάθεση για διδασκαλία.Στην μετακίνηση, απαραίτητος είναι ο συντονισμός των ειδικευομένων και πρέπει να συμπεριλαμβάνονται: τα Εξωτερικά Ιατρεία, Πολυϊατρεία, Προληπτικές Μονάδες και Κέντρα Αποκαταστάσεως. Οι μονάδες αυτές πρέπει να αξιολογούνται περιοδικά και να βελτιώνονται όταν κρίνεται απαραίτητο.
Στα εκπαιδευτικά αυτά συγκροτήματα, οι συζητήσεις, συνεδριάσεις και η έρευνα, συμβάλλουν ώστε κάθε κλινική περίπτωση να μελετάται διεξοδικά και να επιλέγεται η καλύτερη θεραπευτική αγωγή. Το σύστημα της μετακινήσεως των ειδικευομένων, παρόλο ότι παρουσιάζει ορισμένες διαδικαστικές δυσκολίες, θεωρείται πολύ αποδοτικό.
Ο ειδικευόμενος αποκλειστικά σε Πανεπιστημιακό ή Τριτοβάθμιο Νοσοκομείο, ορισμένες φορές αποκτά μόνον εμπειρία βασισμένη κυρίως σε περιορισμένο είδος νοσημάτων, που αντιπροσωπεύουν τα εξειδικευμένα επιστημονικά ενδιαφέροντα των διδασκόντων της Κλινικής. Αυτό βέβαια βελτιώνεται με την εισαγωγή ασθενών, τις ημέρες της εφημερίας. Συχνά υπάρχει και το ενδεχόμενο ότι ο αριθμός των ασθενών κατά ειδικευόμενο να είναι περιορισμένος.
Πρέπει να λαμβάνεται επίσης υπ’ όψιν ότι οι μελλοντικοί ιατροί, στην πλειοψηφία τους, θα εργασθούν σε διάφορου τύπου ιατρικά περιβάλλοντα. Μέρος της εκπαιδεύσεώς τους συνεπώς, πρέπει να γίνεται σε παρόμοιο με τις μελλοντικές ανάγκες τους, περιβάλλον.
Η διασύνδεση Νοσηλευτικών Μονάδων σε συγκροτήματα για εκπαιδευτικούς σκοπούς, έχει πολλά πλεονεκτήματα, τόσο για τους ειδικευόμενους, όσο και για τους ασθενείς. Στενή συνεργασία, εποικοδομητικός διάλογος και σωστή παραπομπή των ασθενών στο καταλληλότερο γι’ αυτούς Νοσοκομείο, έχουν σαν αποτέλεσμα όχι μόνο την βελτίωση της εκπαιδεύσεως των σπουδαστών, αλλά και καλύτερη και πληρέστερη θεραπευτική μέριμνα για τον ασθενή.
Οι ειδικευόμενοι ιατροί είναι χρήσιμο να δαπανούν μέρος της εκπαιδεύσεώς τους σε ανάλογες μονάδες άλλων περιοχών της χώρας τους ή και στο εξωτερικό. Με αυτόν τον τρόπο ευρύνονται οι γνώσεις και η εμπειρίας τους. Η καθιέρωση του θεσμού του επισκέπτη καθηγητού, συμβάλλει επίσης σημαντικά.
Αξιολόγηση των ειδικευομένων και του εκπαιδευτικού συγκροτήματος γίνεται περιοδικά, με θετική αντιμετώπιση και όχι με αυτή του τιμωρού.
Κύριες επιδιώξεις είναι η παρακολούθηση της προόδου του ειδικευομένου και του έργου του προγράμματος, διαπίστωση των θετικών και αρνητικών στοιχείων και ανάλογη λήψη μέτρων, όταν κρίνεται απαραίτητη.
Αρχές Συνεχιζόμενης Εκπαιδεύσεως
Η συνεχιζόμενη Ιατρική Εκπαίδευση θεωρείται σήμερα αναπόσπαστο και απαραίτητο μέρος της ολοκληρωμένης Εκπαιδεύσεως.
Επιδιώκεται η διατήρηση, αναπλήρωση και βελτίωση της θεωρητικής γνώσεως, εμπειρίας και σωστής νοοτροπίας για καλύτερη αντιμετώπιση κλινικών προβλημάτων. Αυτό, έχει ιδιαίτερη σημασία, εάν λάβει κανείς υπ’ όψιν ότι το 1/3 περίπου της Βιοϊατρικής γνώσεως ανανεώνεται κάθε πέντε χρόνια.
Ο κάθε ιατρός πρέπει να έχει αποκτήσει τα απαραίτητα εφόδια για να είναι και αυτοδιδασκόμενος εφ’ όρου ζωής. Να είναι σε θέση να επιλέγει την σωστή σύγχρονη βιβλιογραφία, υψηλής στάθμης και ανάλογη με τις ανάγκες του. Ένα μεγάλο ποσοστό των δημοσιεύσεων είναι ατυχώς, αμφιβόλου ποιότητας και δημιουργεί παρερμηνεία και σύγχυση.
Αυτό οφείλεται στο ότι ορισμένα Ιατρικά Ιδρύματα συνεχίζουν να έχουν σαν ένα από τα βασικά κριτήρια για τον διορισμό του διδακτικού προσωπικού, τον αριθμό των δημοσιευμάτων τους. Παράλληλα, δεν αξιολογούν προσεκτικά την επιστημονική τους στάθμη.
Σχετικά με την Συνεχιζομένη Εκπαίδευση, είναι βασικό να λαμβάνονται υπ’ όψιν οι ανάγκες υγείας της περιοχής, τα επιδημιολογικά στοιχεία και η ανασκόπηση της βιβλιογραφίας. Μέθοδοι που χρησιμοποιούνται συμπεριλαμβάνουν διαλέξεις με βραχύχρονη παρουσίαση και εμπεριστατωμένη συζήτηση. Αντιμετώπιση ενός προβλήματος από μικρές ομάδες, χρήση υπολογιστών, οπτικό-ακουστικών και άλλων νεώτερων τεχνολογικών μέσων.
Αξιολόγηση του προγράμματος είναι απαραίτητη, επιτυγχάνεται όμως με τρόπους και δεν δρουν ανασταλτικά στην ενεργό συμβολή των συμμετεχόντων. Η αξιολόγησή τους, πριν και μετά τη συμμετοχή τους έχει μεγαλύτερη σημασία, εάν βασίζεται στον βαθμό βελτιώσεως της ιατρικής μέριμνας, που παρέχεται από τον εκπαιδευόμενο. Η ανατροφοδότηση βοηθάει όχι μόνον τους εκπαιδευομένους, αλλά συμβάλλει και σε καλύτερο σχεδιασμό μελλοντικών προγραμμάτων.
Όταν οι στόχοι και οι προτεραιότητες της Ιατρικής Εκπαιδεύσεως γίνουν δεκτοί, χρειάζεται συντονισμός, σύστημα και αποφασιστικότητα, για να επιτευχθεί ικανοποιητικό αποτέλεσμα. Αυτό όλοι το επιθυμούν, αλλά είναι σημαντικό να πεισθούν, οι διδάσκοντες και οι διδασκόμενοι ότι μπορούν να συμβάλλουν για την πραγματοποίησή τους.
Αυτό θα οδηγήσει σε καλύτερη υγεία και μπορεί να γίνει παράδειγμα για μίμηση και σε άλλους τομείς, με αποτέλεσμα την ανύψωση της ποιότητας ζωής γενικότερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου