Οι αντιδράσεις στη νομοθετική κατάργηση του πολυτονικού και καθιέρωση του μονοτονικού το 1982 στην Ελλάδα και στην Κύπρο είναι λίγο πολύ γνωστές. Οι υποστηρικτές του μονοτονικού ανέμεναν από καιρό τον επίσημο ενταφιασμό του άταφου νεκρού και χειροκρότησαν με ικανοποίηση την απόφαση.
Αντίθετα, οι πολέμιοι του μονοτονικού και υποστηρικτές του πολυτονικού αντέδρασαν στην «εθνική μειοδοσία» καλλιεργώντας την κινδυνολογία ότι δήθεν η ελληνική γλώσσα καταστρέφεται και αφελληνίζεται μόνο και μόνο επειδή γράφουμε, για παράδειγμα, «εκ των υστέρων» και όχι «ἐκ τῶν ὑστέρων»· οι Κασσάνδρες μάλιστα προβλέπουν ότι σύντομα το ελληνικό αλφάβητο θα δώσει τη θέση του στο λατινικό και καλούν σε πατριωτικό ξεσηκωμό για την προάσπιση των εθνικών ηθών και αξιών! Η ιδεολογικο-πολιτική χροιά που δόθηκε στη διένεξη αυτή υπήρξε κάτι παραπάνω από προφανής: προοδευτικοί και πρώην οπαδοί του στρατοπέδου της δημοτικής από τη μια, ακραίοι συντηρητικοί με προσκόλληση στην καθαρεύουσα από την άλλη.
Από γλωσσολογική και διδακτική άποψη, η απλοποίηση του τονικού συστήματος στη γραφή με την κατάργηση των τονικών σημείων που για αιώνες είχαν πάψει να αντιπροσωπεύουν στοιχεία του προφορικού λόγου αποτελεί ξεκάθαρο βήμα λειτουργικού και χρηστικού εξορθολογισμού της ορθογραφίας της νέας ελληνικής: δεν υπάρχει κανένας λόγος να επιβαρύνονται οι μαθητές και γενικότερα όσοι γράφουν με ένα σωρό κανόνες και λίστες εξαιρέσεων για να σημειώνουν τρία διαφορετικά τονικά σημεία που δεν διαφοροποιούνται ακουστικά στον προφορικό λόγο και δύο πνεύματα που δηλώνουν έναν μη υπαρκτό σήμερα φθόγγο.
Αξίζει να πούμε ότι το πολυτονικό που αναβιώνει μέσα στον ετερόκλητο κύκλο των πολυτονιατών είναι μια κουτσουρεμένη μορφή του αλεξανδρινού πρωτότυπου συστήματος. Για παράδειγμα, η βαρεία έχει σταδιακά απαλειφθεί. Επίσης, το αν ένα α, ι ή υ σε νεότερες λέξεις (όπως το ι στη λέξη «κρετίνος») θα θεωρηθεί μακρό και θα πάρει περισπωμένη («κρετῖνος») ή θα θεωρηθεί βραχύ και θα πάρει οξεία («κρετίνος») γίνεται τυχαία, αφού ο ομιλητής της νεοελληνικής δεν έχει επίγνωση του πώς θα προφερόταν στην αρχαία ελληνική. Εντούτοις, το σύγχρονό μας πολυτονικό παρέχει εικαστική ομοιότητα με τα (μεταγεγραμμένα κατά την αλεξανδρινή και τη βυζαντινή εποχή σε πολυτονικό!) σπουδαία κείμενα των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων —όπως του Πλάτωνα και του Σοφοκλή— και αυτό φαίνεται να αρκεί για να το νομιμοποιήσει ως γνήσιο απόγονο και συνεχιστή μιας αδιάκοπης γραπτής παράδοσης. Σήμερα το πολυτονικό λειτουργεί αποκλειστικά ως στοιχείο εκδοτικού ύφους προσθέτοντας αισθητική λεπτομέρεια, μια ιδιόμορφη καλαισθησία, στα κείμενα και βοηθώντας μια «λόγια» ελίτ συγγραφέων και εκδοτικών οίκων —μάλλον επιγόνων των «σοφολογιωτάτων» του 19ου αιώνα ξεχωρίσει από τους «πληβείους» του συγγραφικού κόσμου που ακολουθούν το μονοτονικό.
Η βελτίωση μόνο της πειραματικής ομάδας σε οπτικοαντιληπτικά τεστ (δηλαδή, αντιγραφή σχημάτων κ.λπ.) αποδόθηκε από τους «ερευνητές» στο γεγονός ότι η πειραματική ομάδα διδάχτηκε επιπλέον το πολυτονικό· διατύπωσαν μάλιστα την εικασία, χωρίς οποιαδήποτε δεδομένα, ότι το πολυτονικό συμβάλλει στην πρόληψη μαθησιακών δυσκολιών. Στην πραγματικότητα, η πειραματική ομάδα έκανε συστηματικά μια επιπρόσθετη διδακτική δραστηριότητα —μάθαινε αρχαία ελληνικά και άρα το πολυτονικό εμμέσως— ενώ η ομάδα ελέγχου δεν έκανε τίποτα. Αν η ομάδα ελέγχου συμμετείχε αντίστοιχα σε κάποια παρόμοια διδακτική δραστηριότητα —για παράδειγμα, αν διδασκόταν μια ξένη γλώσσα— είναι πολύ πιθανό να βελτιωνόταν επίσης στις οπτικοαντιληπτικές της ικανότητες. Η ανισορροπία του πειράματος είναι ξεκάθαρη· όπως και η δόλια προώθηση των ιδεοληψιών των «ερευνητών».
Ειδικότερα για τη δυσλεξία, δεν υπάρχουν σοβαρές επιστημονικές μελέτες που να εισηγούνται συσχέτιση μεταξύ χρήσης μονοτονικού και εμφάνισης δυσλεκτικών συμπτωμάτων στους μαθητές, πόσο μάλλον αιτιακή σχέση μεταξύ τους. Η λογική όμως λέει ότι ένα απλουστευμένο σύστημα ορθογραφίας, όπως είναι το μονοτονικό, απαιτεί πολύ λιγότερη απομνημόνευση αντιστοιχίσεων φωνημάτων-γραφημάτων συγκριτικά με το πολύπλοκο πολυτονικό, και επομένως, επιβαρύνει λιγότερο τον τομέα που παρουσιάζει έλλειμμα στη δυσλεξία. Επιπλέον, με τη λογική των πιο πάνω «ερευνητών» θα περιμέναμε στρατιές αγγλόφωνων, γερμανόφωνων ή ιταλόφωνων δυσλεκτικών ομιλητών, οι οποίοι δεν σημειώνουν κανένα τονικό σημάδι στον γραπτό λόγο.
Βενέδικτος Βασιλείου (vassileiou@cbs.mpg.de)
M.Sc.
Γλωσσολόγος, υποψήφιος διδάκτορας Νευρογλωσσολογίας Max Planck Institute for Human Cognitive and Brain Sciences, Τμήμα Νευροψυχολογίας, Λειψία, Γερμανία.
Αντίθετα, οι πολέμιοι του μονοτονικού και υποστηρικτές του πολυτονικού αντέδρασαν στην «εθνική μειοδοσία» καλλιεργώντας την κινδυνολογία ότι δήθεν η ελληνική γλώσσα καταστρέφεται και αφελληνίζεται μόνο και μόνο επειδή γράφουμε, για παράδειγμα, «εκ των υστέρων» και όχι «ἐκ τῶν ὑστέρων»· οι Κασσάνδρες μάλιστα προβλέπουν ότι σύντομα το ελληνικό αλφάβητο θα δώσει τη θέση του στο λατινικό και καλούν σε πατριωτικό ξεσηκωμό για την προάσπιση των εθνικών ηθών και αξιών! Η ιδεολογικο-πολιτική χροιά που δόθηκε στη διένεξη αυτή υπήρξε κάτι παραπάνω από προφανής: προοδευτικοί και πρώην οπαδοί του στρατοπέδου της δημοτικής από τη μια, ακραίοι συντηρητικοί με προσκόλληση στην καθαρεύουσα από την άλλη.
Από γλωσσολογική και διδακτική άποψη, η απλοποίηση του τονικού συστήματος στη γραφή με την κατάργηση των τονικών σημείων που για αιώνες είχαν πάψει να αντιπροσωπεύουν στοιχεία του προφορικού λόγου αποτελεί ξεκάθαρο βήμα λειτουργικού και χρηστικού εξορθολογισμού της ορθογραφίας της νέας ελληνικής: δεν υπάρχει κανένας λόγος να επιβαρύνονται οι μαθητές και γενικότερα όσοι γράφουν με ένα σωρό κανόνες και λίστες εξαιρέσεων για να σημειώνουν τρία διαφορετικά τονικά σημεία που δεν διαφοροποιούνται ακουστικά στον προφορικό λόγο και δύο πνεύματα που δηλώνουν έναν μη υπαρκτό σήμερα φθόγγο.
Και πάλι της μοδός
Τριάντα τέσσερα χρόνια μετά την κατάργηση, το πολυτονικό έχει επιστρέψει στη μόδα. Φιλολογικά περιοδικά, λογοτεχνικές εκδόσεις, διαδικτυακοί ιστότοποι και εφημερίδες (όπως η «Εστία» που κυκλοφορεί στην Ελλάδα), αλλά και άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών επιμένουν να γράφουν σε πολυτονικό σύστημα. Έχουν μάλιστα σχεδιαστεί πληκτρολόγια και ηλεκτρονικοί διορθωτές κειμένων για δακτυλογράφηση στο πολυτονικό, ενώ στο διαδίκτυο κάνουν την εμφάνισή τους κινήματα πολιτών με στόχο την επαναφορά του. Μέσα στους σύγχρονους «πολυτονιάτες» —κατά το σατιρικό ποίημα —συγκαταλέγονται ακόμα και άνθρωποι του ευρύτερου προοδευτικού (αριστερού) χώρου και νέοι της γενιάς που δεν διδάχτηκε το πολυτονικό στο σχολείο, οι οποίοι παρ’ όλα αυτά καταφεύγουν σε μια συγκινησιακή ρητορική με κλασικά συντηρητικά επιχειρήματα υπέρ του πολυτονικού. Σταθεροί οπαδοί του πολυτονικού, ανακατεμένου με μια ήπια μορφή καθαρεύουσας, είναι διαχρονικά και οι προσκείμενοι στον εθνικιστικό χώρο —πρακτικά βεβαίως μόνο στις δημόσιες φιγούρες τους. Γι’ αυτούς, το πολυτονικό αντανακλά την παλιά εκείνη ιδεολογικο-πολιτική διένεξη: είναι φορέας αντικομμουνισμού και δεσμός με την αρχαία δόξα!Αξίζει να πούμε ότι το πολυτονικό που αναβιώνει μέσα στον ετερόκλητο κύκλο των πολυτονιατών είναι μια κουτσουρεμένη μορφή του αλεξανδρινού πρωτότυπου συστήματος. Για παράδειγμα, η βαρεία έχει σταδιακά απαλειφθεί. Επίσης, το αν ένα α, ι ή υ σε νεότερες λέξεις (όπως το ι στη λέξη «κρετίνος») θα θεωρηθεί μακρό και θα πάρει περισπωμένη («κρετῖνος») ή θα θεωρηθεί βραχύ και θα πάρει οξεία («κρετίνος») γίνεται τυχαία, αφού ο ομιλητής της νεοελληνικής δεν έχει επίγνωση του πώς θα προφερόταν στην αρχαία ελληνική. Εντούτοις, το σύγχρονό μας πολυτονικό παρέχει εικαστική ομοιότητα με τα (μεταγεγραμμένα κατά την αλεξανδρινή και τη βυζαντινή εποχή σε πολυτονικό!) σπουδαία κείμενα των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων —όπως του Πλάτωνα και του Σοφοκλή— και αυτό φαίνεται να αρκεί για να το νομιμοποιήσει ως γνήσιο απόγονο και συνεχιστή μιας αδιάκοπης γραπτής παράδοσης. Σήμερα το πολυτονικό λειτουργεί αποκλειστικά ως στοιχείο εκδοτικού ύφους προσθέτοντας αισθητική λεπτομέρεια, μια ιδιόμορφη καλαισθησία, στα κείμενα και βοηθώντας μια «λόγια» ελίτ συγγραφέων και εκδοτικών οίκων —μάλλον επιγόνων των «σοφολογιωτάτων» του 19ου αιώνα ξεχωρίσει από τους «πληβείους» του συγγραφικού κόσμου που ακολουθούν το μονοτονικό.
Επιδρά αρνητικά το μονοτονικό στην εκμάθηση της ορθογραφίας; Μπορεί να οδηγήσει σε δυσλεξία;
Το εύλογο ερώτημα που απασχολεί πολύ κόσμο είναι κατά πόσο το μονοτονικό επιδρά αρνητικά στην εκμάθηση της ορθογραφίας από τους μαθητές και, επιπλέον, αν μπορεί να οδηγήσει σε μαθησιακές δυσκολίες, όπως είναι η δυσλεξία. Για τους υπερασπιστές του πολυτονικού οι επιπτώσεις αυτές θεωρούνται δεδομένες. Δεν χάνουν μάλιστα ευκαιρία να τις προβάλουν και ως πορίσματα «επιστημονικών ερευνών». Μια τέτοια πολυσυζητημένη «έρευνα» κυκλοφόρησε σε βιβλίο το 2004 από τον ψυχίατρο Ιωάννη Τσέγκο και τους ψυχολόγους Θαλή Παπαδάκη και Δήμητρα Βεκιάρη, οι οποίοι υποστήριζαν ότι οι μαθητές του δημοτικού σχολείου που μαθαίνουν ορθογραφία με πολυτονικό σύστημα παρουσιάζουν υψηλότερες επιδόσεις σε νοητικά τεστ σε σύγκριση με τα παιδιά που μαθαίνουν ορθογραφία με το μονοτονικό, τα οποία παρουσιάζουν συλλήβδην αντιληπτικές και μαθησιακές δυσκολίες συμπεριλαμβανομένης της δυσλεξίας. Δικαιολογημένα οι γονείς θα πανικοβάλλονταν και θα αναζητούσαν την πρόληψη μαθησιακών δυσκολιών που προκαλεί «το κακό μονοτονικό» σε ιδιωτικά φροντιστήρια εκμάθησης «του καλού πολυτονικού» —με το αζημίωτο φυσικά! Αν και ως προς τον σχεδιασμό της η «έρευνα» αυτή φαινόταν να ακολουθεί τους κανόνες ενός επιστημονικού πειράματος, υπήρχε μια βασική ανισορροπία —μάλλον ηθελημένη και καθόλου τυχαία— που προκαταλάμβανε τα αποτελέσματα υπέρ της χρήσης πολυτονικού. Εν συντομία, συγκρίθηκαν δύο ομάδες παιδιών από πρώτη μέχρι τρίτη τάξη του δημοτικού: η ομάδα ελέγχου που ακολουθούσε το πρόγραμμα του σχολείου και διδασκόταν σε μονοτονικό και η πειραματική ομάδα που έκανε το ίδιο και επιπλέον έκανε μαθήματα αρχαίων ελληνικών σε εξωσχολικό χρόνο.Η βελτίωση μόνο της πειραματικής ομάδας σε οπτικοαντιληπτικά τεστ (δηλαδή, αντιγραφή σχημάτων κ.λπ.) αποδόθηκε από τους «ερευνητές» στο γεγονός ότι η πειραματική ομάδα διδάχτηκε επιπλέον το πολυτονικό· διατύπωσαν μάλιστα την εικασία, χωρίς οποιαδήποτε δεδομένα, ότι το πολυτονικό συμβάλλει στην πρόληψη μαθησιακών δυσκολιών. Στην πραγματικότητα, η πειραματική ομάδα έκανε συστηματικά μια επιπρόσθετη διδακτική δραστηριότητα —μάθαινε αρχαία ελληνικά και άρα το πολυτονικό εμμέσως— ενώ η ομάδα ελέγχου δεν έκανε τίποτα. Αν η ομάδα ελέγχου συμμετείχε αντίστοιχα σε κάποια παρόμοια διδακτική δραστηριότητα —για παράδειγμα, αν διδασκόταν μια ξένη γλώσσα— είναι πολύ πιθανό να βελτιωνόταν επίσης στις οπτικοαντιληπτικές της ικανότητες. Η ανισορροπία του πειράματος είναι ξεκάθαρη· όπως και η δόλια προώθηση των ιδεοληψιών των «ερευνητών».
Ειδικότερα για τη δυσλεξία, δεν υπάρχουν σοβαρές επιστημονικές μελέτες που να εισηγούνται συσχέτιση μεταξύ χρήσης μονοτονικού και εμφάνισης δυσλεκτικών συμπτωμάτων στους μαθητές, πόσο μάλλον αιτιακή σχέση μεταξύ τους. Η λογική όμως λέει ότι ένα απλουστευμένο σύστημα ορθογραφίας, όπως είναι το μονοτονικό, απαιτεί πολύ λιγότερη απομνημόνευση αντιστοιχίσεων φωνημάτων-γραφημάτων συγκριτικά με το πολύπλοκο πολυτονικό, και επομένως, επιβαρύνει λιγότερο τον τομέα που παρουσιάζει έλλειμμα στη δυσλεξία. Επιπλέον, με τη λογική των πιο πάνω «ερευνητών» θα περιμέναμε στρατιές αγγλόφωνων, γερμανόφωνων ή ιταλόφωνων δυσλεκτικών ομιλητών, οι οποίοι δεν σημειώνουν κανένα τονικό σημάδι στον γραπτό λόγο.
Ο ήλιος δίνει αντηλιά στην υφήλιο…
Ακούμε συχνά από τους νοσταλγούς του πολυτονικού ότι για να σχηματίσουμε λέξεις όπως «αφαίμαξη» και «εφοπλιστής» πρέπει να ξέρουμε ότι οι λέξεις «αίμα» και «όπλο» έπαιρναν δασεία («αἷμα» και «ὅπλο») και, άρα, τα π των προθέσεων «από» και «επί» πρέπει να μετατραπούν στο αντίστοιχο δασυνόμενο φ. Έτσι αποδεικνύουν περίτρανα (!) τη χρησιμότητα του πολυτονικού —και κυρίως της σημείωσης της δασείας και της ψιλής. Με αυτή τη λογική θα έπρεπε να σχηματίζουμε λέξεις όπως «ανθηλιά», «ανθηλιακό» και «θώρα» και φράσεις όπως «πάνω αφ’ όλα», αφού οι λέξεις «ήλιος», «ώρα» και «όλα» έπαιρναν δασεία («ἥλιος», «ὣρα» και «ὃλα»). Δεν το κάνουμε όμως· λέμε «αντηλιά», «αντηλιακό», «τώρα» και «πάνω απ’ όλα». Η μετατροπή σε δασύ σύμφωνο έχει μόνο ιστορική αξία: έγινε κάποια στιγμή στο παρελθόν όταν ο δασύς φθόγγος [h] προφερόταν ακόμα· έτσι δημιουργήθηκαν τα «πενθήμερος» («πέντε» + «ἡμέρα»), «υφήλιος» («ὑπό» + «ἥλιος») και «εφ’ όλης της ύλης» («ἐπί» + «ὃλης»). Όταν ο δασύς φθόγγος είχε πια απαλειφθεί δημιουργήθηκαν τα «αντηλιά», «αντηλιακό», «τώρα» και «πάνω απ’ όλα». Όταν όμως μιλάμε, ανασύρουμε λέξεις που έχουμε αποθηκευμένες στη μνήμη μας και δεν εφαρμόζουμε κανόνες δάσυνσης. Το να ξέρουμε ότι μια λέξη έπαιρνε κάποτε δασεία είναι μόνο εξειδικευμένη εγκυκλοπαιδική γνώση και δεν έχει καμιά χρησιμότητα στη συγχρονική παραγωγή και κατανόηση της γλώσσας.Βενέδικτος Βασιλείου (vassileiou@cbs.mpg.de)
M.Sc.
Γλωσσολόγος, υποψήφιος διδάκτορας Νευρογλωσσολογίας Max Planck Institute for Human Cognitive and Brain Sciences, Τμήμα Νευροψυχολογίας, Λειψία, Γερμανία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου