«… Όταν έγινε ό,τι έγινε ήμουν 9 χρονών. Θυμάμαι λίγα, που εμένα μου φαίνονται κάποτε πολλά, κάποτε στενοχωριέμαι που δεν τα θυμάμαι όλα. Πολλά, γιατί είναι η κλωστή που μας έφερε μέχρι εδώ, μέχρι την απέλαση μας το 1964. Λίγα, γιατί ξεθώριασαν ονόματα και άνθρωποι και συγγενείς και μέρη που πηγαίναμε και φαγητά και γεγονότα. Από το Τύνελ μέχρι το Ταξίμι, βρίσκονταν τα πιο καλά, τα πιο ωραία μαγαζιά της Πόλης εκείνη την εποχή. Το Vakko με τα πιο όμορφα υφάσματα που είχες δει ποτέ και με είδη ρουχισμού, το Μπαϊλάν στο Μπέιογλου, το πιο μπερικετλίδικο ζαχαροπλαστείο, το Χατζιμπεκίρ που είχε τα πιο ονομαστά λουκούμια, γεμιστά με καϊμάκι μέσα, το Ιντζί με τα προφιτερόλ, αυτό ήταν σε κάποιο στενό που τώρα πια δεν θυμάμαι, το Crystal με κρυστάλλινα είδη, ένα ανθοπωλείο που δεν θυμάμαι πώς το λένε πια. Είχε τους πιο όμορφους λαλέδες (σ.σ.: τουλίπες) και τις πιο μεγάλες ορχιδέες. Δεν ξανάδα ποτέ τέτοιες. Έλληνες, Βούλγαροι, Αρμένιοι, Εβραίοι, Τούρκοι έμποροι, οι καλύτεροι του εμπορίου είχαν μαγαζιά εκεί.
Εμείς μέναμε στο Αγά Χαμάμ, κοντά στο ελληνικό προξενείο. Εκείνο το απόγευμα της 6ης Σεπτεμβρίου είχαμε πάει επίσκεψη στη θεία μου, που έμενε στο Γενί Τσαρσί, απέναντι από τη βρύση που ήταν γνωστή ως Χαμιντιέ Τσεσμεσί. Εκεί ήταν το σπίτι τους, ένα αρχοντικό δίπατο. Ήταν παντρεμένη με τον γνωστό – εκείνη την εποχή – ιταλό αρχιτέκτονα Ballati, που είχε φτιάξει ένα τεράστιο οίκημα. Στο ισόγειο ήταν τα γραφεία, τον πρώτο όροφο τον νοικιάζανε και στον δεύτερο έμενε το ζευγάρι. Στην πίσω πλευρά βρισκόταν το εργοτάξιο του. Την είσοδο καπάκωνε μία τεράστια σκαλιστή ξύλινη πόρτα. Πάνω της, ήταν καρφωμένα δύο μεγάλα χέρια μπρούτζινα για να χτυπάς. Μ’ άρεσε να χτυπάω την πόρτα μ’ αυτά και τότε δεν έφτανα καν μέχρι εκεί για να το κάνω, έπρεπε κάποιος να με σηκώσει.
Για τη συνέχεια LIFO
Εμείς μέναμε στο Αγά Χαμάμ, κοντά στο ελληνικό προξενείο. Εκείνο το απόγευμα της 6ης Σεπτεμβρίου είχαμε πάει επίσκεψη στη θεία μου, που έμενε στο Γενί Τσαρσί, απέναντι από τη βρύση που ήταν γνωστή ως Χαμιντιέ Τσεσμεσί. Εκεί ήταν το σπίτι τους, ένα αρχοντικό δίπατο. Ήταν παντρεμένη με τον γνωστό – εκείνη την εποχή – ιταλό αρχιτέκτονα Ballati, που είχε φτιάξει ένα τεράστιο οίκημα. Στο ισόγειο ήταν τα γραφεία, τον πρώτο όροφο τον νοικιάζανε και στον δεύτερο έμενε το ζευγάρι. Στην πίσω πλευρά βρισκόταν το εργοτάξιο του. Την είσοδο καπάκωνε μία τεράστια σκαλιστή ξύλινη πόρτα. Πάνω της, ήταν καρφωμένα δύο μεγάλα χέρια μπρούτζινα για να χτυπάς. Μ’ άρεσε να χτυπάω την πόρτα μ’ αυτά και τότε δεν έφτανα καν μέχρι εκεί για να το κάνω, έπρεπε κάποιος να με σηκώσει.
Για τη συνέχεια LIFO
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου