«τα εγγύτατα της ξυμπάσης γνώμης… »
[Θουκυδίδης 1.22]
Του Χρίστου Κράππα
Το Ελληνικό Έθνος ως Κράτος αυτεξούσιο και της «οικίας γνώμης αυτοκράτορας» (Θουκ. ) έπαψε να υπάρχει μετά από χιλιάδες χρόνια συνέχειάς του, την 9 Οκτωβρίου 1831, με τη δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια, του τελευταίου Έλληνα Κυβερνήτη της Ελλάδος. Έκτοτε, μέχρι τα σήμερα, και Κύριος οίδε μέχρι πότε, λειτουργεί ως προτεκτοράτο της Αγγλοαμερικανικής διπλωματίας.
Ο μεγάλος και τελευταίος αυτός κυβερνήτης, στις 11 Ιανουαρίου του 1828, αποβιβασθείς στην Αίγινα για να αναλάβει την κυβέρνηση της απελευθερωμένης από την Τουρκική ΒΑΡΒΑΡΗ κατοχή Ελλάδος, το θέαμα που αντίκρισε στην υποδοχή, τον συντάραξε. Έμεινε στη μνήμη του, την διηγήθηκε εν συνεχεία και την διέσωσε ο Γ. Τερτσέτης, στα «Απόλογα για τον Καποδίστρια».
Ας αφήσουμε λοιπόν τον ίδιο τον Καποδίστρια, στη δωρικής λιτότητας αφήγηση των όσων αντίκρισε εκεί στην Αίγινα, στις διαπιστώσεις της οικτρής κατάστασης που επικρατούσε, αλλά και τα τελείως προφητικά του λόγια μέχρι τα σήμερα για τα σχέδια της Αγγλικής διπλωματίας που εκκαλείτο να ξεπεράσει για να στυλώσει το νεοσύστατο Ελληνικό Έθνος ως Κράτος. Μία αφήγηση που σου σκίζει την καρδιά, όσων βέβαια έχουν καρδιά Ελληνική για να σκιστεί όπως η δική του.
«Είναι καιροί πού πρέπει να φορούμε όλοι ζώνη δερματένια και να τρώμε ακρίδες και μέλι άγριο. Είδα πολλά είς την ζωή μου, αλλά σαν το θέαμα όταν έφθασα εδώ εις την Αίγινα δεν είδα τί παρόμοιο ποτέ, και άλλος να μην το ιδή... «Ζήτω ο κυβερνήτης ο σωτήρας μας, ο ελευθερωτής μας!» εφώναζαν γυναίκες αναμαλλιάρες, άνδρες με λαβωματιές πολέμου, ορφανά κατεβασμένα από τις σπηλιές. Δεν ήταν το συναπάντημά μου φωνή χαράς, αλλά θρήνος. Η γη εβρέχετο από δάκρυα. Εβρέχετο η μυρτιά και η δάφνη του στολισμένου δρόμου από τον γιαλό ως την εκκλησία. Ανατρίχιαζα, μου έτρεμαν τα γόνατα, η φωνή του λαού, μού έσχιζε την καρδιά μου.
Μαυροφορεμένες γυναίκες, γέροντες μου εζητούσαν να αναστήσω τους πεθαμένους τους, μανάδες μου έδειχναν εις το βυζί τα παιδιά τους και μου έλεγαν να τα ζήσω και ότι δεν τους απέμειναν παρά εκείνα κι εγώ και με δίκαιο μου εζητούσαν όλα αυτά, διότι εγώ ήλθα και σεις με προσκαλέσατε να οικοδομήσω, να θεμελιώσω κυβέρνησιν και κυβέρνησις και ως πρέπει ζει, ευτυχεί τους ζωντανούς, ανασταίνει και αποθαμένους διατί διορθώνει την ζημία του θανάτου και της αδικίας. Δεν ζει ο άνθρωπος, ζει το έργο του, καρποφορεί, αν ο διοικητής είναι δίκαιος, αν το κράτος έχη συνείδησι, ευσπλαχνία, μέτρα σοφίας. Δύνομαι να κάμω εγώ όλα αυτά και να δικαιολογήσω την παντοχή του κόσμου; Δύναμαι να πράξω μηδέν χωρίς την σταθεράν ομοφροσύνην των πρώτων του τόπου; Δεν είναι κίνδυνος ότι τα αγαθοεργήματά τους εις τον αγώνα, έχυσανπλησμονήν ορέξεων, απαιτήσεων εις τα στήθη των; Πλησμονήν αφίλιωτη με το γενικόν καλόν, με το κύρος της εξουσίας και με την ευτυχίαν του λαού; Άν ευρεθώμεν εις αντιλογίαν, αντίμαχοι είς το φρόνημα, ποιος θα μονομερίση ; Εγώ ή εκείνοι;...
»...Ώς ψάρι εις το δίχτυ σπαράζει είς πολλούς κινδύνους ακόμη ή ελληνική ελευθερία. Μου εδώσατε τους χαλινούς του κράτους. Τίνος κράτους; Μετρούμε είς τα δάκτυλα την επικράτειάν μας. Τ' Ανάπλι, την Αίγιναν, Πόρο, Ύδρα, Κόρινθο, Μέγαρα, Σαλαμίνα. Ο Ιμπραΐμης κρατεί τα κάστρα και το μεσόγειο της Πελοποννήσου, ο Κιουτάγιας την Ρούμελη, πολλά νησιά βασανίζονται από αυτεξούσιο στρατό καί από πειρατείαν, τα δύο μεγάλα πολεμικά καράβια μας είναι αραγμένα ξαρμάτωτα εις τον Πόρο, η Αθήνα έφαγε πέρυσι τους ανδρειότερους των Ελλήνων. Που το θησαυροφυλάκιον του έθνους; Ακούω επουλήσατε και την δεκατία του φετεινού έτους πρίν σπαρθή ακόμα το γέννημα, ο τόπος είναι χέρσος, σπάνιοι οι κάτοικοι; σκόρπιοι είς τα βουνά και εις τα σπήλαια. Το δημόσιο είναι πλακωμένο από δυο εκατομμύρια λίρες στερλίνες χρέος, άλλα τόσα ζητούν οι στρατιωτικοί, η γη είναι υποθηκευμένη είς τους Άγγλους δανειστάς, ανάγκη να την ελευθερώσωμε με την ίδια απόφασι ως την ελευθερώσαμε καί από τα άρματα του Κιουτάγια και του Αιγυπτίου. Δεν λυπούμαι, δεν απελπίζομαι, προτιμώ αυτό το σκήπτρο του πόνου καί των δακρύων παρά άλλο. Ο θεός μου τάδωσε, το παίρνω, θέλει να με δοκιμάση. Είμαι από τη φυλή σας, είς ένα μνήμα μαζί με σας θα θαφτώ, ό,τι έχω, ζωή, περιουσία, φιλίες είς την Ευρώπην, κεφάλαια γνώσεων αποκτημένα από τόσα θεάματα και ακροάματα συμβάντων του κόσμου είς τάς ημέρας μου, τα αφιερώνω είς την κοινήν πατρίδα. Ας υψώσω το μεγαλείον της, ώστε οποίος θελήσει δυσκόλως να το ταπεινώση. Στερεωμένο είς ρίζες αρετής είναι ακαταμάχητο. Εκάματε έργα πολεμικά αθάνατα. Βασιλείς καί έθνη σας επαίνεσαν αλλά πιστευσετέ μου δια πολυετίαν ακόμη ή ζώνη του Προδρόμου πρέπει να είναι στολισμός μας, όχι χρυσοΰφαντη χλαμύδα. Ως οι παλαιοί ήρωες ή βασιλείς της Ελλάδος πρέπει να φυτεύωμε δέντρα, να ανοίγωμε δρόμους, να παλεύωμε με τα θηρία του δάσους, να δέσωμε την κοινωνία μας με νόμους σύμφωνους προς το έθνος μας. Ούτε οπίσω, ούτε εμπρός του καιρού μας. Μη μου ζητείτε ζωγραφιές πολύτιμες είς οικοδόμημα ακόμη ατελείωτο. Μέτρο μας και άστρο είς δεινά ελληνικά, θεραπεία ελληνική. Με το στόμα μας όχι ως οί χειρουργοί της Ευρώπης κόφτοντας, αλλά με το στόμα μας να βυζαίνουμε το έμπυο της πατρίδας μας δια να την γιάνωμε.
»Άν δεν μας αποστραφή ο μεγαλοδύναμος καί αξιωθούμε την ευλογία του, τα ακροθαλασσιά μας θα στολισθούν από εύμορφες πολιτείες, η σημαία η ελληνική θα δοξάζεται είς τα πελάγη, ήμερα δένδρα θα ανθίσουν είς τα άγρια βουνά καί οι ερημιές θα πληθύνουν από κατοίκους -καί όχι είς τις όψιμες ημέρες των απογόνων όσα σου προλέγω, αλλά εσύ θα τα ιδής πού είσαι νέος, θα ζήσης καί θα γεράσης. Ένα μόνο φοβούμαι πολύ και με δέρνει υποψία, τρέμω την απειρία σας. Αν η νέα κυβέρνηση τύχη να συγκρουσθή με συμφέροντα ξένων δυνάμεων -επειδή κάθε τόπος έχει χωριστά το μυστήριο της ζωής του, τον νόμο της ευτυχίας του-, αν πλανεθή ό ελληνισμός και σήκωση σκοτάδι μεταξύ μας, ώστε εσείς να μη διαβάζετε είς την καρδίαν μου, θολωθούν καί εμένα οί οφθαλμοί μου, ποιος ηξεύρει;... που θα πάμε, τί θα γενούμε; Ετινάξατε το καβούκι των αλλοφύλων, άλλ' οί πλεκτάνες της διπλωματίας έχουν κλωστές πλανήτριες, φαρμακερές, κλωστές θανάτου, άφαντες καί εσείς δεν τις εννοείτε. Κατεβαίνω πολεμιστής είς το στάδιον, θα πολεμήσω ως κυβέρνησις, δεν λαθεύομαι τον έρωτα των προνομίων πού είναι φυτευμένες είς ψυχές πολλών, τα ονειροπολήματα των λογιωτάτων, ξένων πρακτικής ζωής, το φιλύποπτο, κυριαρχικό και ανήμερο αλλοεθνών ανδρών. Η νίκη θα είναι δική μας, αν βασιλεύση είς την καρδίαν μας μόνο το αίσθημα το ελληνικό, ο φιλήκοος των ξένων είναι προδότης.
Είθε οί νέοι της Ελλάδος να είναι βοηθοί μου... Μη φορής πολυτελή φορέματα αταίριαστα με την ένδεια των πολλών καί είναι κεφάλαιο θαμμένο, αχρησίμευτο, η αφορμή ή η απόκτησίς του των κακών ορέξεων και πράξεων...».
Μήπως αυτό το κείμενο, διαμαντένιο δάκρυ σώματος και ψυχής, του τελευταίου μας Κυβερνήτη, πρέπει να διδάσκεται σόλα τα Λύκεια της Χώρας; Αλλά ποιος θα λάβει τέτοια απόφαση; Η Φραγκουδάκη με τη Δραγώνα που εκτουρκίζουν την Θράκη με τις ευλογίες και προτροπές του τοπάρχη των Αγγλοαμερικανών;
Ας δούμε λοιπόν, έστω και ακροθιγώς, τμήματα από το σπάραγμα ψυχής αυτού του Ανδρός, της Ελληνικής Ψυχής του.
<<..Το δημόσιο είναι πλακωμένο από δυο εκατομμύρια λίρες στερλίνες χρέος, άλλα τόσα ζητούν οι στρατιωτικοί, η γη είναι υποθηκευμένη είς τους Άγγλους δανειστάς, ανάγκη να την ελευθερώσωμε με την ίδια απόφασι ως την ελευθερώσαμε καί από τα άρματα του Κιουτάγια και του Αιγυπτίου. >>
Τότε, το 1828, το δημόσιο ήταν «πλακωμένο», δεν μπορούσε να πάρει ανάσα, σαν από πάνω του να είχαν βάλει ταφόπλακα οι Άγγλοι με την φροντίδα των εδώ φιλήκοων, Μαυροκορδάτων, Κωλέτηδων, Κουντουριωτών , Μιαούληδων και Μαυρομιχαλέων και λοιπών προδοτών της ελευθερίας των Ελλήνων, με 2 εκατομμύρια λίρες στερλίνες, και άλλα τόσα ζητούσαν όλοι αυτοί. Τότε, όλη η απελευθερωμένη γη επίσης είχε υποθηκευτεί στους Άγγλους δανειστές. Να μην έχεις ούτε τόπο να σταθείς. Και ο μεγάλος κυβερνήτης αμέσως χωρίς περιστροφές δίνει τη λύση: «…ανάγκη να την ελευθερώσουμε με την ίδια απόφαση ως την ελευθερώσαμε και από τα άρματα του Κιουτάγια (Κιουταχή) και του Αιγυπτίου(Ιμπραήμ).» !!! Ο μεγάλος κυβερνήτης αμέσως διαβλέπει χωρίς περιστροφές πως το χρέος που έχει «πλακώσει» την Ελλάδα, ισοδυναμεί με κατοχή δια των όπλων, είναι επαχθές και χρειάζεται πόλεμο ίδιο με αυτόν που αποφάσισαν οι Έλληνες εναντίον του «Κιουτάγια και του Αιγυπτίου.»
Σήμερα, με πόσες λίρες στερλίνες είναι «πλακωμένη» η Ελλάδα; Μήπως, κατ’ αναλογίαν, με 875.000.000; Εμείς, τι πράττουμε; Ξαναυπογράφουμε το πλάκωμα να γίνει πιο βαρύ.
<<Είμαι από τη φυλή σας, είς ένα μνήμα μαζί με σας θα θαφτώ, ό,τι έχω, ζωή, περιουσία, φιλίες είς την Ευρώπην, κεφάλαια γνώσεων αποκτημένα από τόσα θεάματα και ακροάματα συμβάντων του κόσμου είς τάς ημέρας μου, τα αφιερώνω είς την κοινήν πατρίδα. Ας υψώσω το μεγαλείον της, ώστε οποίος θελήσει δυσκόλως να το ταπεινώση.>>
Ποιοι από τους κυβερνήτες αυτού του τόπου, από τότε μέχρι τα σήμερα, μίλησαν και έπραξαν όπως αυτός; Ούτε μισθό δεν καταδεχόταν να πάρει. Αλλά πρέπει να είσαι από την ίδια φυλή, την Ελληνική, για να πεις και να πράξεις αυτά!!!
Και ας δούμε τώρα την αποστροφή – μνημείο, παρακαταθήκη ανεκτίμητης αξίας και πολιτικής ευθυκρισίας, που την ίδια ακριβώς τραγούδησαν οι εθνικοί μας ποιητές, Σολωμός, Παλαμάς, Σεφέρης και Ελύτης. Αλλά ποιος άκουσε ή ακούει από τους κυβερνώντες;
<<Ετινάξατε το καβούκι των αλλοφύλων, άλλ' οί πλεκτάνες της διπλωματίας έχουν κλωστές πλανήτριες, φαρμακερές, κλωστές θανάτου, άφαντες καί εσείς δεν τις εννοείτε. Κατεβαίνω πολεμιστής είς το στάδιον, θα πολεμήσω ως κυβέρνησις, δεν λαθεύομαι τον έρωτα των προνομίων πού είναι φυτευμένες είς ψυχές πολλών, τα ονειροπολήματα των λογιωτάτων, ξένων πρακτικής ζωής, το φιλύποπτο, κυριαρχικό και ανήμερο αλλοεθνών ανδρών. Η νίκη θα είναι δική μας, αν βασιλεύση είς την καρδίαν μας μόνο το αίσθημα το ελληνικό, ο φιλήκοος των ξένων είναι προδότης.>>!!!!
Όλους τους ευρωλιγούρηδες της εποχής, Μαυροκορδάτους και Κωλέτηδες, τους έθαψε χωρίς ανάσταση, μέσα σε μία φράση: <<… τα ονειροπολήματα των λογιωτάτων, ξένων πρακτικής ζωής, …>> τους έστειλε αδιάβαστους χωρίς περιστροφές, λέγοντας πως ό, τι πρεσβεύουν δεν έχουν καμμία σχέση με την πρακτική της κοινωνίας των Ελλήνων πολιτών, και απεφάνθη οριστικά, τελεσίδικα και αμετάκλητα: << ως φιλήκοει των ξένων είναι προδότες!!!>>. Και η Ιστορία, αλίμονο, τον επαλήθευσε πλήρως και συνεχίζει να τον επαληθεύει ακόμη. Και ο ηρωικός Κωνσταντίνος Κανάρης, το ίδιο ακριβώς είπε στον Μιαούλη όταν ο τελευταίος κατέλαβε το Ναύσταθμο τον Αύγουστο του 1831 στον Πόρο με τη βοήθεια του Μαυροκορδάτου κατ’ εντολήν των Αγγλογάλλων.
Και όταν ο Καποδίστριας ζήτησε την επέμβαση των εγγυητριών δυνάμεων, Άγγλων, Γάλλων και Ρώσων, οι Αγγλογάλλοι έκαναν το κορόιδο, και μόνο οι Ρώσοι προσέτρεξαν και λύθηκε η κατάληψη. Δυστυχώς όμως με την χαιρεκακία του Μιαούλη και των Μαυρομιχαλέων, βάζοντας φυτίλι στις πυριτιδαποθήκες των πλοίων, χάθηκαν με ανατίναξη τα πολεμικά πλοία «ΝΗΣΟΣ ΤΩΝ ΣΠΕΤΣΩΝ» ,«ΕΛΛΑΣ» ,«ΥΔΡΑ» ,«ΑΝΤΙΖΗΛΟΣ» και «ΑΧΙΛΛΕΥΣ». Ό, τι κερδίσαμε στον ύπνο μας, το χάσαμε στον ξύπνο μας.
Και αφού η ανταρσία των Αγγλόδουλων Υδραίων απέτυχε με την βοήθεια των Ρώσων, οι Άγγλοι έθεσαν σε εφαρμογή το σχέδιο της φυσικής εξόντωσης του τελευταίου Έλληνος Κυβερνήτη με ηθικούς αυτουργούς και καθοδηγητές τον Μαυροκορδάτο, Κωλέτη και την Αγγλική διπλωματία, και αυτουργούς τον Κωνσταντίνο και Γεώργιο Μαυρομιχάλη, αδελφό και γιό του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Στις 9 Οκτωβρίου 1931, τον πυροβόλησαν και μαχαίρωσαν στην είσοδο Εκκλησίας στο Ναύπλιο.
Ακόμη σήμερα, το 2004, το Βρετανικό ΦΟΡΕΪΝ ΟΦΙΣ αρνείται να ανοίξει τον Φάκελλο Καποδίστρια της εποχής εκείνης ώστε "να μην διαταραχθούν οι ελληνοβρετανικές σχέσεις" όπως ανέφερε πρόσφατος απάντηση σε σχετική αίτηση Ελλήνων....Και μόνο η άρνηση, αλλά και η παραδοχή με το άνοιγμα του Φακέλλου Καποδίστριας για το βέβαιο της «διαταραχής των σχέσεών μας», δηλώνει το μέγεθος της φρίκης όσων θα αποκαλυφθούν που δεν γνωρίζουμε.
Σήμερα, όλοι μας βεβαίως γνωρίζουμε το ρόλο της Αγγλικής διπλωματίας στη Μικρασιατική Καταστροφή, στον Εμφύλιο και στην Κύπρο για την οποία ζούμε τη φρίκη του «διαίρει και βασίλευε» βάζοντας τους Τούρκους στο παιχνίδι από το πουθενά.
Σήμερα, μετά από 200 χρόνια, ενώ αποτινάξαμε το φανερό «καβούκι» των βαρβάρων Τούρκων, μετά τη δολοφονία του κυβερνήτη μας, μας φόρεσαν το «καβούκι = κουκούλι» οι Άγγλοι φτιαγμένο από τις « πλεκτάνες της διπλωματίας που έχει κλωστές πλανήτριες, φαρμακερές, κλωστές θανάτου, άφαντες», γραπτή παρακαταθήκη του κυβερνήτη μας.
Ας βάλουμε λοιπόν το αίμα μας , την ψυχή μας και εν τέλει τον πατριωτισμό μας, για να δικαιωθεί με το έργο μας και τις αποφάσεις μας η ψυχή του τελευταίου μας κυβερνήτη που τόσο άδικα χάθηκε για μας.-
30 Ιουλίου 2011.
[Θουκυδίδης 1.22]
Του Χρίστου Κράππα
Το Ελληνικό Έθνος ως Κράτος αυτεξούσιο και της «οικίας γνώμης αυτοκράτορας» (Θουκ. ) έπαψε να υπάρχει μετά από χιλιάδες χρόνια συνέχειάς του, την 9 Οκτωβρίου 1831, με τη δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια, του τελευταίου Έλληνα Κυβερνήτη της Ελλάδος. Έκτοτε, μέχρι τα σήμερα, και Κύριος οίδε μέχρι πότε, λειτουργεί ως προτεκτοράτο της Αγγλοαμερικανικής διπλωματίας.
Ο μεγάλος και τελευταίος αυτός κυβερνήτης, στις 11 Ιανουαρίου του 1828, αποβιβασθείς στην Αίγινα για να αναλάβει την κυβέρνηση της απελευθερωμένης από την Τουρκική ΒΑΡΒΑΡΗ κατοχή Ελλάδος, το θέαμα που αντίκρισε στην υποδοχή, τον συντάραξε. Έμεινε στη μνήμη του, την διηγήθηκε εν συνεχεία και την διέσωσε ο Γ. Τερτσέτης, στα «Απόλογα για τον Καποδίστρια».
Ας αφήσουμε λοιπόν τον ίδιο τον Καποδίστρια, στη δωρικής λιτότητας αφήγηση των όσων αντίκρισε εκεί στην Αίγινα, στις διαπιστώσεις της οικτρής κατάστασης που επικρατούσε, αλλά και τα τελείως προφητικά του λόγια μέχρι τα σήμερα για τα σχέδια της Αγγλικής διπλωματίας που εκκαλείτο να ξεπεράσει για να στυλώσει το νεοσύστατο Ελληνικό Έθνος ως Κράτος. Μία αφήγηση που σου σκίζει την καρδιά, όσων βέβαια έχουν καρδιά Ελληνική για να σκιστεί όπως η δική του.
«Είναι καιροί πού πρέπει να φορούμε όλοι ζώνη δερματένια και να τρώμε ακρίδες και μέλι άγριο. Είδα πολλά είς την ζωή μου, αλλά σαν το θέαμα όταν έφθασα εδώ εις την Αίγινα δεν είδα τί παρόμοιο ποτέ, και άλλος να μην το ιδή... «Ζήτω ο κυβερνήτης ο σωτήρας μας, ο ελευθερωτής μας!» εφώναζαν γυναίκες αναμαλλιάρες, άνδρες με λαβωματιές πολέμου, ορφανά κατεβασμένα από τις σπηλιές. Δεν ήταν το συναπάντημά μου φωνή χαράς, αλλά θρήνος. Η γη εβρέχετο από δάκρυα. Εβρέχετο η μυρτιά και η δάφνη του στολισμένου δρόμου από τον γιαλό ως την εκκλησία. Ανατρίχιαζα, μου έτρεμαν τα γόνατα, η φωνή του λαού, μού έσχιζε την καρδιά μου.
Μαυροφορεμένες γυναίκες, γέροντες μου εζητούσαν να αναστήσω τους πεθαμένους τους, μανάδες μου έδειχναν εις το βυζί τα παιδιά τους και μου έλεγαν να τα ζήσω και ότι δεν τους απέμειναν παρά εκείνα κι εγώ και με δίκαιο μου εζητούσαν όλα αυτά, διότι εγώ ήλθα και σεις με προσκαλέσατε να οικοδομήσω, να θεμελιώσω κυβέρνησιν και κυβέρνησις και ως πρέπει ζει, ευτυχεί τους ζωντανούς, ανασταίνει και αποθαμένους διατί διορθώνει την ζημία του θανάτου και της αδικίας. Δεν ζει ο άνθρωπος, ζει το έργο του, καρποφορεί, αν ο διοικητής είναι δίκαιος, αν το κράτος έχη συνείδησι, ευσπλαχνία, μέτρα σοφίας. Δύνομαι να κάμω εγώ όλα αυτά και να δικαιολογήσω την παντοχή του κόσμου; Δύναμαι να πράξω μηδέν χωρίς την σταθεράν ομοφροσύνην των πρώτων του τόπου; Δεν είναι κίνδυνος ότι τα αγαθοεργήματά τους εις τον αγώνα, έχυσανπλησμονήν ορέξεων, απαιτήσεων εις τα στήθη των; Πλησμονήν αφίλιωτη με το γενικόν καλόν, με το κύρος της εξουσίας και με την ευτυχίαν του λαού; Άν ευρεθώμεν εις αντιλογίαν, αντίμαχοι είς το φρόνημα, ποιος θα μονομερίση ; Εγώ ή εκείνοι;...
»...Ώς ψάρι εις το δίχτυ σπαράζει είς πολλούς κινδύνους ακόμη ή ελληνική ελευθερία. Μου εδώσατε τους χαλινούς του κράτους. Τίνος κράτους; Μετρούμε είς τα δάκτυλα την επικράτειάν μας. Τ' Ανάπλι, την Αίγιναν, Πόρο, Ύδρα, Κόρινθο, Μέγαρα, Σαλαμίνα. Ο Ιμπραΐμης κρατεί τα κάστρα και το μεσόγειο της Πελοποννήσου, ο Κιουτάγιας την Ρούμελη, πολλά νησιά βασανίζονται από αυτεξούσιο στρατό καί από πειρατείαν, τα δύο μεγάλα πολεμικά καράβια μας είναι αραγμένα ξαρμάτωτα εις τον Πόρο, η Αθήνα έφαγε πέρυσι τους ανδρειότερους των Ελλήνων. Που το θησαυροφυλάκιον του έθνους; Ακούω επουλήσατε και την δεκατία του φετεινού έτους πρίν σπαρθή ακόμα το γέννημα, ο τόπος είναι χέρσος, σπάνιοι οι κάτοικοι; σκόρπιοι είς τα βουνά και εις τα σπήλαια. Το δημόσιο είναι πλακωμένο από δυο εκατομμύρια λίρες στερλίνες χρέος, άλλα τόσα ζητούν οι στρατιωτικοί, η γη είναι υποθηκευμένη είς τους Άγγλους δανειστάς, ανάγκη να την ελευθερώσωμε με την ίδια απόφασι ως την ελευθερώσαμε καί από τα άρματα του Κιουτάγια και του Αιγυπτίου. Δεν λυπούμαι, δεν απελπίζομαι, προτιμώ αυτό το σκήπτρο του πόνου καί των δακρύων παρά άλλο. Ο θεός μου τάδωσε, το παίρνω, θέλει να με δοκιμάση. Είμαι από τη φυλή σας, είς ένα μνήμα μαζί με σας θα θαφτώ, ό,τι έχω, ζωή, περιουσία, φιλίες είς την Ευρώπην, κεφάλαια γνώσεων αποκτημένα από τόσα θεάματα και ακροάματα συμβάντων του κόσμου είς τάς ημέρας μου, τα αφιερώνω είς την κοινήν πατρίδα. Ας υψώσω το μεγαλείον της, ώστε οποίος θελήσει δυσκόλως να το ταπεινώση. Στερεωμένο είς ρίζες αρετής είναι ακαταμάχητο. Εκάματε έργα πολεμικά αθάνατα. Βασιλείς καί έθνη σας επαίνεσαν αλλά πιστευσετέ μου δια πολυετίαν ακόμη ή ζώνη του Προδρόμου πρέπει να είναι στολισμός μας, όχι χρυσοΰφαντη χλαμύδα. Ως οι παλαιοί ήρωες ή βασιλείς της Ελλάδος πρέπει να φυτεύωμε δέντρα, να ανοίγωμε δρόμους, να παλεύωμε με τα θηρία του δάσους, να δέσωμε την κοινωνία μας με νόμους σύμφωνους προς το έθνος μας. Ούτε οπίσω, ούτε εμπρός του καιρού μας. Μη μου ζητείτε ζωγραφιές πολύτιμες είς οικοδόμημα ακόμη ατελείωτο. Μέτρο μας και άστρο είς δεινά ελληνικά, θεραπεία ελληνική. Με το στόμα μας όχι ως οί χειρουργοί της Ευρώπης κόφτοντας, αλλά με το στόμα μας να βυζαίνουμε το έμπυο της πατρίδας μας δια να την γιάνωμε.
»Άν δεν μας αποστραφή ο μεγαλοδύναμος καί αξιωθούμε την ευλογία του, τα ακροθαλασσιά μας θα στολισθούν από εύμορφες πολιτείες, η σημαία η ελληνική θα δοξάζεται είς τα πελάγη, ήμερα δένδρα θα ανθίσουν είς τα άγρια βουνά καί οι ερημιές θα πληθύνουν από κατοίκους -καί όχι είς τις όψιμες ημέρες των απογόνων όσα σου προλέγω, αλλά εσύ θα τα ιδής πού είσαι νέος, θα ζήσης καί θα γεράσης. Ένα μόνο φοβούμαι πολύ και με δέρνει υποψία, τρέμω την απειρία σας. Αν η νέα κυβέρνηση τύχη να συγκρουσθή με συμφέροντα ξένων δυνάμεων -επειδή κάθε τόπος έχει χωριστά το μυστήριο της ζωής του, τον νόμο της ευτυχίας του-, αν πλανεθή ό ελληνισμός και σήκωση σκοτάδι μεταξύ μας, ώστε εσείς να μη διαβάζετε είς την καρδίαν μου, θολωθούν καί εμένα οί οφθαλμοί μου, ποιος ηξεύρει;... που θα πάμε, τί θα γενούμε; Ετινάξατε το καβούκι των αλλοφύλων, άλλ' οί πλεκτάνες της διπλωματίας έχουν κλωστές πλανήτριες, φαρμακερές, κλωστές θανάτου, άφαντες καί εσείς δεν τις εννοείτε. Κατεβαίνω πολεμιστής είς το στάδιον, θα πολεμήσω ως κυβέρνησις, δεν λαθεύομαι τον έρωτα των προνομίων πού είναι φυτευμένες είς ψυχές πολλών, τα ονειροπολήματα των λογιωτάτων, ξένων πρακτικής ζωής, το φιλύποπτο, κυριαρχικό και ανήμερο αλλοεθνών ανδρών. Η νίκη θα είναι δική μας, αν βασιλεύση είς την καρδίαν μας μόνο το αίσθημα το ελληνικό, ο φιλήκοος των ξένων είναι προδότης.
Είθε οί νέοι της Ελλάδος να είναι βοηθοί μου... Μη φορής πολυτελή φορέματα αταίριαστα με την ένδεια των πολλών καί είναι κεφάλαιο θαμμένο, αχρησίμευτο, η αφορμή ή η απόκτησίς του των κακών ορέξεων και πράξεων...».
Μήπως αυτό το κείμενο, διαμαντένιο δάκρυ σώματος και ψυχής, του τελευταίου μας Κυβερνήτη, πρέπει να διδάσκεται σόλα τα Λύκεια της Χώρας; Αλλά ποιος θα λάβει τέτοια απόφαση; Η Φραγκουδάκη με τη Δραγώνα που εκτουρκίζουν την Θράκη με τις ευλογίες και προτροπές του τοπάρχη των Αγγλοαμερικανών;
Ας δούμε λοιπόν, έστω και ακροθιγώς, τμήματα από το σπάραγμα ψυχής αυτού του Ανδρός, της Ελληνικής Ψυχής του.
<<..Το δημόσιο είναι πλακωμένο από δυο εκατομμύρια λίρες στερλίνες χρέος, άλλα τόσα ζητούν οι στρατιωτικοί, η γη είναι υποθηκευμένη είς τους Άγγλους δανειστάς, ανάγκη να την ελευθερώσωμε με την ίδια απόφασι ως την ελευθερώσαμε καί από τα άρματα του Κιουτάγια και του Αιγυπτίου. >>
Τότε, το 1828, το δημόσιο ήταν «πλακωμένο», δεν μπορούσε να πάρει ανάσα, σαν από πάνω του να είχαν βάλει ταφόπλακα οι Άγγλοι με την φροντίδα των εδώ φιλήκοων, Μαυροκορδάτων, Κωλέτηδων, Κουντουριωτών , Μιαούληδων και Μαυρομιχαλέων και λοιπών προδοτών της ελευθερίας των Ελλήνων, με 2 εκατομμύρια λίρες στερλίνες, και άλλα τόσα ζητούσαν όλοι αυτοί. Τότε, όλη η απελευθερωμένη γη επίσης είχε υποθηκευτεί στους Άγγλους δανειστές. Να μην έχεις ούτε τόπο να σταθείς. Και ο μεγάλος κυβερνήτης αμέσως χωρίς περιστροφές δίνει τη λύση: «…ανάγκη να την ελευθερώσουμε με την ίδια απόφαση ως την ελευθερώσαμε και από τα άρματα του Κιουτάγια (Κιουταχή) και του Αιγυπτίου(Ιμπραήμ).» !!! Ο μεγάλος κυβερνήτης αμέσως διαβλέπει χωρίς περιστροφές πως το χρέος που έχει «πλακώσει» την Ελλάδα, ισοδυναμεί με κατοχή δια των όπλων, είναι επαχθές και χρειάζεται πόλεμο ίδιο με αυτόν που αποφάσισαν οι Έλληνες εναντίον του «Κιουτάγια και του Αιγυπτίου.»
Σήμερα, με πόσες λίρες στερλίνες είναι «πλακωμένη» η Ελλάδα; Μήπως, κατ’ αναλογίαν, με 875.000.000; Εμείς, τι πράττουμε; Ξαναυπογράφουμε το πλάκωμα να γίνει πιο βαρύ.
<<Είμαι από τη φυλή σας, είς ένα μνήμα μαζί με σας θα θαφτώ, ό,τι έχω, ζωή, περιουσία, φιλίες είς την Ευρώπην, κεφάλαια γνώσεων αποκτημένα από τόσα θεάματα και ακροάματα συμβάντων του κόσμου είς τάς ημέρας μου, τα αφιερώνω είς την κοινήν πατρίδα. Ας υψώσω το μεγαλείον της, ώστε οποίος θελήσει δυσκόλως να το ταπεινώση.>>
Ποιοι από τους κυβερνήτες αυτού του τόπου, από τότε μέχρι τα σήμερα, μίλησαν και έπραξαν όπως αυτός; Ούτε μισθό δεν καταδεχόταν να πάρει. Αλλά πρέπει να είσαι από την ίδια φυλή, την Ελληνική, για να πεις και να πράξεις αυτά!!!
Και ας δούμε τώρα την αποστροφή – μνημείο, παρακαταθήκη ανεκτίμητης αξίας και πολιτικής ευθυκρισίας, που την ίδια ακριβώς τραγούδησαν οι εθνικοί μας ποιητές, Σολωμός, Παλαμάς, Σεφέρης και Ελύτης. Αλλά ποιος άκουσε ή ακούει από τους κυβερνώντες;
<<Ετινάξατε το καβούκι των αλλοφύλων, άλλ' οί πλεκτάνες της διπλωματίας έχουν κλωστές πλανήτριες, φαρμακερές, κλωστές θανάτου, άφαντες καί εσείς δεν τις εννοείτε. Κατεβαίνω πολεμιστής είς το στάδιον, θα πολεμήσω ως κυβέρνησις, δεν λαθεύομαι τον έρωτα των προνομίων πού είναι φυτευμένες είς ψυχές πολλών, τα ονειροπολήματα των λογιωτάτων, ξένων πρακτικής ζωής, το φιλύποπτο, κυριαρχικό και ανήμερο αλλοεθνών ανδρών. Η νίκη θα είναι δική μας, αν βασιλεύση είς την καρδίαν μας μόνο το αίσθημα το ελληνικό, ο φιλήκοος των ξένων είναι προδότης.>>!!!!
Όλους τους ευρωλιγούρηδες της εποχής, Μαυροκορδάτους και Κωλέτηδες, τους έθαψε χωρίς ανάσταση, μέσα σε μία φράση: <<… τα ονειροπολήματα των λογιωτάτων, ξένων πρακτικής ζωής, …>> τους έστειλε αδιάβαστους χωρίς περιστροφές, λέγοντας πως ό, τι πρεσβεύουν δεν έχουν καμμία σχέση με την πρακτική της κοινωνίας των Ελλήνων πολιτών, και απεφάνθη οριστικά, τελεσίδικα και αμετάκλητα: << ως φιλήκοει των ξένων είναι προδότες!!!>>. Και η Ιστορία, αλίμονο, τον επαλήθευσε πλήρως και συνεχίζει να τον επαληθεύει ακόμη. Και ο ηρωικός Κωνσταντίνος Κανάρης, το ίδιο ακριβώς είπε στον Μιαούλη όταν ο τελευταίος κατέλαβε το Ναύσταθμο τον Αύγουστο του 1831 στον Πόρο με τη βοήθεια του Μαυροκορδάτου κατ’ εντολήν των Αγγλογάλλων.
Και όταν ο Καποδίστριας ζήτησε την επέμβαση των εγγυητριών δυνάμεων, Άγγλων, Γάλλων και Ρώσων, οι Αγγλογάλλοι έκαναν το κορόιδο, και μόνο οι Ρώσοι προσέτρεξαν και λύθηκε η κατάληψη. Δυστυχώς όμως με την χαιρεκακία του Μιαούλη και των Μαυρομιχαλέων, βάζοντας φυτίλι στις πυριτιδαποθήκες των πλοίων, χάθηκαν με ανατίναξη τα πολεμικά πλοία «ΝΗΣΟΣ ΤΩΝ ΣΠΕΤΣΩΝ» ,«ΕΛΛΑΣ» ,«ΥΔΡΑ» ,«ΑΝΤΙΖΗΛΟΣ» και «ΑΧΙΛΛΕΥΣ». Ό, τι κερδίσαμε στον ύπνο μας, το χάσαμε στον ξύπνο μας.
Και αφού η ανταρσία των Αγγλόδουλων Υδραίων απέτυχε με την βοήθεια των Ρώσων, οι Άγγλοι έθεσαν σε εφαρμογή το σχέδιο της φυσικής εξόντωσης του τελευταίου Έλληνος Κυβερνήτη με ηθικούς αυτουργούς και καθοδηγητές τον Μαυροκορδάτο, Κωλέτη και την Αγγλική διπλωματία, και αυτουργούς τον Κωνσταντίνο και Γεώργιο Μαυρομιχάλη, αδελφό και γιό του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Στις 9 Οκτωβρίου 1931, τον πυροβόλησαν και μαχαίρωσαν στην είσοδο Εκκλησίας στο Ναύπλιο.
Ακόμη σήμερα, το 2004, το Βρετανικό ΦΟΡΕΪΝ ΟΦΙΣ αρνείται να ανοίξει τον Φάκελλο Καποδίστρια της εποχής εκείνης ώστε "να μην διαταραχθούν οι ελληνοβρετανικές σχέσεις" όπως ανέφερε πρόσφατος απάντηση σε σχετική αίτηση Ελλήνων....Και μόνο η άρνηση, αλλά και η παραδοχή με το άνοιγμα του Φακέλλου Καποδίστριας για το βέβαιο της «διαταραχής των σχέσεών μας», δηλώνει το μέγεθος της φρίκης όσων θα αποκαλυφθούν που δεν γνωρίζουμε.
Σήμερα, όλοι μας βεβαίως γνωρίζουμε το ρόλο της Αγγλικής διπλωματίας στη Μικρασιατική Καταστροφή, στον Εμφύλιο και στην Κύπρο για την οποία ζούμε τη φρίκη του «διαίρει και βασίλευε» βάζοντας τους Τούρκους στο παιχνίδι από το πουθενά.
Σήμερα, μετά από 200 χρόνια, ενώ αποτινάξαμε το φανερό «καβούκι» των βαρβάρων Τούρκων, μετά τη δολοφονία του κυβερνήτη μας, μας φόρεσαν το «καβούκι = κουκούλι» οι Άγγλοι φτιαγμένο από τις « πλεκτάνες της διπλωματίας που έχει κλωστές πλανήτριες, φαρμακερές, κλωστές θανάτου, άφαντες», γραπτή παρακαταθήκη του κυβερνήτη μας.
Ας βάλουμε λοιπόν το αίμα μας , την ψυχή μας και εν τέλει τον πατριωτισμό μας, για να δικαιωθεί με το έργο μας και τις αποφάσεις μας η ψυχή του τελευταίου μας κυβερνήτη που τόσο άδικα χάθηκε για μας.-
30 Ιουλίου 2011.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου