Παρασκευή 26 Απριλίου 2013

Αμφισβητείται η τραπεζική ένωση μετά τις αποφάσεις για Κύπρο

Λευκωσία.- Του ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΥ
Η ερμηνεία του νέου προέδρου του Eurogroup, Γ. Ντάισελμπλουμ για την κυπριακή «διάσωση» – ότι αποτελεί την απαρχή μια νέας λογικής, βάσει της οποίας οι μέτοχοι, οι ομολογιούχοι, αλλά και οι καταθέτες τραπεζών θα καλούνται να αναλαμβάνουν μέρος του κόστους εξυγίανσης ώστε να μη επιβαρυνθούν οι φορολογούμενοι, καθώς και τα συνεχή προσκόμματα που εγείρει το Βερολίνο, έχουν βυθίσει τις προσδοκίες. Για πολλούς, η πολυδιαφημιζόμενη «τραπεζική ένωση» ήταν ένα απατηλό όνειρο και η Κύπρος ήταν το βάναυσο ξύπνημα.

Από μία οπτική, αυτή είναι μια υπερβολικά απαισιόδοξη εκδοχή των εξελίξεων. Από τον περασμένο Ιούνιο έχει σημειωθεί ουσιώδης πρόοδος σε σχέση με την ενοποίηση της ρύθμισης και της διαχείρισης κρίσεων των ευρωπαϊκών τραπεζών. Για τα δεδομένα της Ε.Ε. μάλιστα, τα πράγματα έχουν προχωρήσει με εντυπωσιακή ταχύτητα.
Τον περασμένο Σεπτέμβριο, η Κομισιόν παρουσίασε την πρότασή της για την κοινή εποπτεία των συστημικά σημαντικών ευρωπαϊκών τραπεζών, με το ρόλο να επωμίζεται η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Τον Δεκέμβριο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συμφώνησε σε μία διαδικασία τριών φάσεων για την τραπεζική ένωση: ενιαία εποπτεία, συντονισμός των εθνικών πλαισίων εξυγίανσης και δημιουργία του ενιαίου μηχανισμού εξυγίανσης, με το αντίστοιχο αποθεματικό ταμείο χρηματοδοτούμενο από εισφορές των τραπεζών, που θα αναλάβει την ομαλή διαχείριση προβληματικών τραπεζών «προστατεύοντας τους φορολογούμενους».
Στις 19 του περασμένου Μαρτίου, ενώ όλα τα βλέμματα ήταν στραμμένα στην Κύπρο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η ιρλανδική προεδρία της Ε.Ε. συμφώνησαν να μεταβιβαστεί στην ΕΚΤ η ευθύνη εποπτείας όλων των τραπεζών της Ευρωζώνης που έχουν ενεργητικό άνω των 30 δισ. ευρώ ή του 1/5 του ΑΕΠ της χώρας όπου έχουν την έδρα τους. Η Γερμανία συνέχισε να εκφράζει επιφυλάξεις, αλλά τελικά ενέδωσε στη συνάντηση του Ecofin στις 12 Απριλίου.
Κατόπιν κύρωσης της συμφωνίας από τα εθνικά Κοινοβούλια, η Κεντρική Τράπεζα της Ευρωζώνης θα αναλάβει αυτό τον ρόλο από τα μέσα του 2014. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα έχει δικαίωμα αρνησικυρίας απέναντι στον πρόεδρο και τον αντιπρόεδρο της νέας εποπτικής αρχής, ενώ θα μπορεί να εισηγείται την καθαίρεσής τους αν κρίνει ότι δεν εκπληρώνουν επαρκώς τα καθήκοντά τους. Μένει να ξεκαθαριστεί αν θα περάσουν υπό την εποπτεία της νέας αρχής και τράπεζες εκτός Ευρωζώνης, με την εξαίρεση σίγουρα των βρετανικών και πιθανώς και των σουηδικών και των τσέχικων.
Σχετικά με τον ενιαίο μηχανισμό εξυγίανσης, ο πρόεδρος της Κομισιόν, Ζοσέ Μανουέλ Μπαρόζο, έχει δεσμευτεί ότι η Επιτροπή θα παρουσιάσει τη νομοθετική της πρόταση ως το καλοκαίρι. Ο στόχος είναι το τελικό κείμενο να έχει ψηφιστεί πριν από τις Ευρωεκλογές του Ιουνίου 2014. Σημειώνεται, πάντως, πως η προώθηση του Κανονισμού είχε αποτελέσει και μία από τις προθέσεις της Κυπριακής Προεδρίας, η οποία επιθυμούσε να προωθήσει την αρχική πρόταση της Κομισιόν. Τελικά, πρώτη φορά υλοποίησης της πρότασης, πριν καν αυτή ψηφιστεί σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, ήταν η διάλυση της Λαϊκής.
Με τη Μεγάλη Πορεία προς την τραπεζική ένωση να έχει ακόμα πολύ δρόμο όμως, ο κίνδυνος ατυχημάτων παραμένει υψηλός. Ειδικότερα, η σπουδή των χωρών του Βορρά να τεθούν σε λειτουργία οι μηχανισμοί του bail-in (διάσωση τραπεζών με εσωτερικούς πόρους) πιστωτών και καταθετών χωρίς να έχει θεσπιστεί ακόμα ένα αξιόπιστο πανευρωπαϊκό ταμείο εξυγίανσης και πλαίσιο εγγύησης καταθέσεων, δημιουργεί διαλυτικές τάσεις.
«Το πρόβλημα με το bail-in στις παρούσες συνθήκες είναι ότι πρέπει οι πιστωτές των τραπεζών στην Ισπανία και στη Γερμανία να νιώθουν εξίσου ασφαλείς, κάτι που δεν ισχύει», δηλώνει στην «Κ» ο Γκούντραμ Βολφ. «Χωρίς τον ενιαίο μηχανισμό εξυγίανσης και τον επιμερισμό κινδύνων που συνεπάγεται, η πολιτική του bail-in ενέχει το ρίσκο του κατακερματισμού του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ευρωζώνης».
Η Σάρον Μπόουλς, από την πλευρά της, επικεντρώνεται στην Κύπρο. Όπως τονίζει η Βρετανίδα ευρωβουλευτής, η διαχείριση της κυπριακής υπόθεσης «δείχνει ότι ένα από τα βασικά προβλήματα της τραπεζικής ένωσης θα είναι να διασφαλιστεί η αρμόζουσα λογοδοσία από πλευράς ΕΚΤ», η οποία στην Κύπρο επέτρεψε «τη χρήση του ELA να φτάσει σε τέτοια τεράστια επίπεδα». Υπενθυμίζει ωστόσο, ότι η προηγούμενη λογική των διασώσεων χωρίς bail-in οδηγούσε σε μεγάλες αδικίες, καθώς οι φορολογούμενοι π.χ. της Ιρλανδίας καλούνταν να αποζημιώσουν πλήρως Γερμανούς και Γάλλους πιστωτές των ιρλανδικών τραπεζών.
Το προηγούμενο Σάββατο, στο περιθώριο της συνάντησης του Eurogroup στο Δουβλίνο και μία ημέρα μετά τη συμφωνία στο Ecofin για τον ενιαίο εποπτικό μηχανισμό, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε σημείωνε: «η τραπεζική ένωση έχει νόημα μόνο [...] αν έχουμε κανόνες για την αναδιάρθρωση και την εξυγίανση τραπεζών. Αν θέλουμε ευρωπαϊκούς θεσμούς γι’ αυτό, τότε θα χρειαστούμε αλλαγή συνθηκών». Το Βερολίνο, επίσης, επιμένει ότι η διασφάλιση του διαχωρισμού των δύο ρόλων της ΕΚΤ (άσκηση νομισματικής πολιτικής και τραπεζική εποπτεία) θα απαιτήσει κι αυτή αλλαγή ευρωπαϊκών συνθηκών σε βάθος χρόνου. Στο Ecofin, οι «27» υπέγραψαν μία γερμανικής έμπνευσης διακήρυξη που τους δεσμεύει πολιτικά (αλλά όχι νομικά) «να εργαστούν εποικοδομητικά επί μιας πρότασης για αλλαγή συνθηκών.
Σχετικά με το πλαίσιο για τις εγγυήσεις καταθέσεων, τονίζουν ότι η «εναρμόνιση των κανόνων» πρέπει να προχωρήσει, αλλά αποφεύγουν να μιλήσουν για πανευρωπαϊκό πλαίσιο εγγυήσεων. Για την κυβέρνηση Μέρκελ, είναι σαφές, η τραπεζική ένωση είναι ένας μακρινός προορισμός προς τον οποίο η Ευρώπη πρέπει να κινηθεί μεθοδικά – και κυρίως αργά.
**** Από την εφημερίδα της Κύπρου «Καθημερινή της Κυριακής»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου